Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που τεμαχίζεται!

 

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΓΑΠΗ

«Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που τεμαχίζεται και προσφέρεται στους άλλους... Έχει καταλάβει ότι μέσα στην ιερουργία της αγάπης ο άνθρωπος κατά χάρη μελίζεται και δεν διαιρείται, εσθίεται και ουδέποτε δαπανάται. Έχει γίνει κατά χάρη Χριστός και έτσι η ζωή του τρέφει και ποτίζει τον αδελφό.»

Το πιο πάνω κείμενο είναι του αρχιμ. Βασιλείου Ιβηρίτη από το βιβλίο του μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου «Θεραπευτική αγωγή». Είναι ένα μικρό κείμενο με μεγάλη σημασία. Δίνει το στίγμα της ευτυχίας που αναζητούμε όλοι.

Συνήθως θεωρούμε την ευτυχία ως κατάσταση που έχει πηγή το είναι μας, τον εαυτό μας. Όμως φαίνεται πως αυτό είναι πλάνη. Ξεγελιόμαστε από τον πόθο της και μπλεκόμαστε στον εγωκεντρισμό μας. Μάλιστα, είναι τέτοιο το μπλέξιμο που αρκετές φορές θεωρούμε τον εγωκεντρισμό ως αγάπη, γιατί κάνουμε πράγματα που εξωτερικά δείχνουν να προσφερόμαστε στους άλλους ή αισθανόμαστε ωραία ψυχολογικά, όταν δείχνουμε ενδιαφέρον.

Ωστόσο, ο π. Βασίλειος -ο σοφός αυτός Αγιορείτης Γέροντας- αγγίζει το θέμα στην ουσία: Αγάπη σημαίνει θυσία του εαυτού μας. Σημαίνει διάλυση του είναι, αυτό το «απαρνησάσθω εαυτόν». Τότε αυτή η θυσία, κατά το μέτρο της θυσίας του Θεανθρώπου Κυρίου μας, γίνεται αιτία ανασυγκρότησης του είναι μας, ανάσταση και όντως Ζωή.

Πώς γίνεται να «τεμαχίζεσαι», να «μελίζεσαι», να «εσθίεσαι»  από τους άλλους, να αφήνεσαι με άλλα λόγια στους «δημίους» σου και συγχρόνως να διατηρείς αναλλοίωτο το πρόσωπό σου; Γίνεται! Το γνωρίζουμε από τον Χριστό, τους μάρτυρες, τους αγίους όλων των αιώνων, τότε και τώρα. Το γνωρίζουμε από την εμπειρία τους. Μπορούμε να το γνωρίσουμε από τη δική μας εμπειρία. Αν αφήσουμε την αγάπη και την προσκόλληση στον εαυτό μας, αν «κόψουμε το θέλημά μας» -κι ας φαίνεται ανθρώπινο και φυσικό- τότε μπορούμε να γνωρίζουμε στην πράξη τι είναι η αγάπη. Και γνωρίζοντας την έρχεται η ευτυχία.

Η ελευθερία του καθενός μας καθορίζει την πορεία της ζωής του. Η όποια θυσία-προσφορά, για να έχει αποτέλεσμα, χρειάζεται να γίνεται χωρίς πίεση εσωτερική ή εξωτερική, αλλά με βάση την επιθυμία να ζήσουμε αυτό το «κάτι άλλο» του κόσμου τούτου.

Ο κόσμος λέει «ο θάνατός σου η ζωή μου». Ο Χριστός λέει «ο θάνατός μου η ζωή σου». Το ένα η κόλαση, το άλλο η Βασιλεία του Θεού. Η επιλογή δική μας.

π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
Πηγή: περιοδικό Έκφραση, τεύχ. 133, Μάρτιος 2012, έκδ. Ορθόδοξου Πνευματικού Κέντρου Αγίου Γεωργίου Μακρή, σελ. 12-13.

Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Η αγάπη είναι απλή μα θέλει κόπο



Οι σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας, η κοινωνία των γονέων μεταξύ τους, των γονέων με τα παιδιά και των παιδιών μεταξύ τους, αλλά και η συνάντηση της οικογένειας με τον κόσμο και την κοινωνία είναι κατάσταση και εμπειρία ζωής. Όσα κι αν έχει διαβάσει κανείς, όσο «ειδικός» κι αν έχει γίνει, είτε συζητώντας, είτε ασχολούμενος με ανθρώπινα πρόσωπα, το να είσαι γονιός, το να παλεύεις καθημερινά με «τον βοηθό κατά σε», με τα παιδιά που ο Θεός σου έχει χαρίσει, το να ψάχνεις να βρεις όχι πώς θα γίνεις καλύτερος , αλλά πώς δεν θα δυσκολέψεις τη ζωή των άλλων αποτελεί ευλογία, σταυρό κι ανάσταση. 

Η ευλογία έχει να κάνει με το μοίρασμα της ζωής. Με την δυνατότητα να αγαπάς και να αγαπιέσαι. Έχει να κάνει με την πρόκληση να μπορείς να μαθαίνεις, να εργάζεσαι, να πολεμάς ώστε να έχεις την δυνατότητα να δίνεις περισσότερα σ’ αυτούς που είναι πλάι σου, σε κοιτούν με την προσδοκία ότι έχεις την ιδιότητα που δεν έχουν, είσαι δηλαδή πατέρας, αλλά και είσαι ταυτόχρονα άνθρωπος, δηλαδή όμοιος κατά πάντα μ’ αυτούς.  Δηλαδή χτίζεις χαρές και λύπες γι’ αυτούς, αλλά και μετέχεις στις χαρές και τις λύπες που κι αυτοί με τη σειρά τους χτίζουν για σένα. Κι αυτό είναι αληθινή ευλογία, γιατί μόνο έτσι μπορείς να συνειδητοποιήσεις ποιος αληθινά είσαι. Στις σχέσεις σου μ’ αυτούς που θεωρείς δεδομένο ότι αγαπάς και θεωρείς δεδομένο ότι σε αγαπούνε. Εκεί νιώθεις την ελευθερία να είσαι αυτός που είσαι. Εκεί καταλαβαίνεις τις αδυναμίες σου, τις αμαρτίες σου, τις αστοχίες σου, τους καημούς, αλλά και τα όνειρά σου, όπως επίσης και το ότι δεν μπορείς να κρύψεις τίποτε απ’ αυτό που είσαι. Στέκεσαι στον καθρέφτη των ματιών των άλλων και όσο κι αν θέλεις να δείχνεις κάτι άλλο, δεν μπορείς. Ελευθερία κι αγάπη, οι δύο μεγάλες δωρεές του «κατ’ εικόνα» σου είναι τα εφόδια που έχεις στον δρόμο και τον τρόπο της οικογένειας, αλλά και, την ίδια στιγμή, οι κριτές σου.

Αυτό λοιπόν που είναι η ευλογία, γίνεται ταυτόχρονα κι ο σταυρός σου, το φορτίο και η ευθύνη σου. Είσαι άραγε το πρότυπο που η γονεϊκή σου ιδιότητα μοιάζει αυτονόητο ότι σε καθιστά; Χτίζεις σχέσεις με βάση αυτό που θέλεις εσύ, αυτό που σου φωνάζει το «εγώ» σου ότι είναι σωστό ή είσαι έτοιμος να μετρήσεις και τους άλλους με βάση αυτό που είναι και όχι αυτό που θα ήθελες να είναι, παρότι έχεις πρόγραμμα, αξίες, διάθεση να μεγαλώσεις, ιδίως τα παιδιά σου, με σκοπό να αποτελούν γνήσιους καρπούς του δέντρου σου; Πώς μπορείς να συνταιριάξεις τη δική σου με την δική τους ελευθερία; Πόσο μπορείς ή πόσο πρέπει να ανεχτείς  να είναι περισσότερο ελεύθεροι από όσο μπορείς να αντέξεις; Πόσο μπορείς να αντέξεις να έχουν τα δικά τους όνειρα, που δεν είναι ίδια με τα δικά σου; Πόσο τελικά μπορείς να σηκώσεις και το δικό σου και το δικό τους φορτίο;  

Πιστεύοντας πάντως στον Χριστό και ζώντας την οδό της Εκκλησίας η ευλογία και ο σταυρός συνδέονται με την Ανάσταση. Και η ανάσταση δεν έχει να κάνει με τον θάνατο του σώματος, ούτε μόνο και με την νίκη κατά του πνευματικού θανάτου, δηλαδή του χωρισμού από τον Θεό. Η ανάσταση έχει να κάνει με την δυνατότητα να νικάς τους μικρούς καθημερινούς θανάτους της ήττας από το «εγώ» σου, τις πτώσεις του ιδίου θελήματος, της αίσθησης ότι τα γνωρίζεις όλα, ότι η στάση σου είναι η μοναδική αληθινή στάση, ότι όλος ο κόσμος και οι οικείοι σου περιστρέφονται γύρω από σένα. Ο αγώνας να ζήσεις την παρουσία και το Ευαγγέλιο του Χριστού σε κάνει να ανίστασαι από τις βεβαιότητές σου που σε ρίχνουν κάτω, γιατί οι άλλοι δεν μπορούν να τις αποδεχτούν, να βγάζεις μίαν άλλη ποιότητα ελπίδας και νοήματος, που σε κάνει να χαίρεσαι γιατί είσαι σύζυγος, γονέας και ταυτόχρονα παιδί του Θεού, αλλά και να παλεύεις ό,τι έχεις λάβει να το δώσεις, όχι με γνώμονα μόνο την επιτυχία της σχέσης, της οικογένειας, του εαυτού σου στον παρόντα κόσμο και χρόνο, αλλά κυρίως την πορεία προς την αιώνια κοινωνία με τον Χριστό, αλλά και όλους όσους αγαπάς στον τρόπο της Βασιλείας.

«Η  αγάπη είν' απλή μα θέλει κόπο» τραγουδούν οι αδελφοί Κατσιμίχα. Μία αλήθεια η οποία περιγράφει τι είναι αληθινά η οικογένεια. Μία κοινωνία ανθρώπων που θέλουν να δίνουν και να  παίρνουν αγάπη, με απλούς τρόπους και αυτονόητη απλότητα, μα που δυσκολεύονται πολύ, γιατί όλα θέλουν κόπο. Και ζούμε σε μία εποχή η οποία έχει μάθει τον κόπο να τον αφήνει στην άκρη και είναι δύσκολο να πείσουμε τους εαυτούς μας και, κυρίως, τα παιδιά μας, ότι δεν είναι μόνο δικαίωμα η αγάπη, αλλά επιλογή και κόπος που ομορφαίνει και νοηματοδοτεί τη ζωή μας. Μαζί με την ελευθερία αποτελούν την οδό της όντως ζωής, αυτή που σε κάνει να συναντάς Θεό και άνθρωπο και να χτίζεις μία κοινωνία στην οποία η χαρά δεν γίνεται να σου αφαιρεθεί.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

Το γέμισμα της Χάρης Του!

 

–Θὰ σοῦ τὸ πῶ, παιδί μου, γιὰ νὰ ἐνισχυθεῖς στὴν πίστη ὅτι ὁ Κύριος δὲν ἐγκαταλείπει τοὺς δικούς του, ὅταν αὐτοὶ μὲ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴ στοργικὴ Πρόνοιά Του ἀφήνουν τοὺς ἑαυτούς τους καὶ τὶς οἰκογένειές τους στὰ χέρια Του...

Μὲ τοῦτα τὰ λόγια ἄρχισε ὁ πατὴρ Ἰωάννης νὰ διηγεῖται σὲ πνευματικό του παιδὶ τὸ περιστατικὸ ἐκεῖνο ἀπὸ τὴν ἱερατική του ζωὴ καὶ διακονία, ὅταν νέος ἀκόμα ἀρχιμανδρίτης γυρνοῦσε τὰ χωριὰ τοῦ θεσσαλικοῦ κάμπου ὡς ἱεροκήρυκας τῆς Μητροπόλεως.

–Πᾶνε χρόνια τώρα, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς ἐκεῖνο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σβήσει μέσα μου. Εἶναι κάτι ποὺ θὰ τὸ θυμοῦμαι σ’ ὅλη μου τὴ ζωή.

Κι ἄρχισε νὰ διηγεῖται:
–Ἦταν Κυριακή, Νοέμβρης μήνας, ἂν θυμᾶμαι καλά. Ἀπὸ τὴ Μητρόπολη μ’ ἔστειλαν νὰ λειτουργήσω σ’ ἕνα ἡμιορεινὸ χωριό, κάπου στοὺς πρόποδες τοῦ Κισσάβου. Ἤξερα ὅτι ἐκεῖ ἐφημέριος εἶναι ἕνας πολὺ εὐσεβὴς ἱερεύς, ὁ π. Ἐμμανουήλ. Τὸν ἔβλεπα κάπου-κάπου στὶς ἱερατικές μας συνάξεις. Διακρινόταν γιὰ τὴ σεμνότητα καὶ εὐλάβειά του. Ἦταν καὶ πολύτεκνος οἰκογενειάρχης. Πέντε παιδιὰ εἶχε.

Ἔφτασα σχεδὸν ἀχάραγα ἀκόμη στὸ χωριό. Ὁ ναὸς ἀνοιχτός. Ὁ π. Ἐμμανουὴλ ἄναβε τὰ καντήλια. Πῶς ἔκανε ποὺ μὲ εἶδε! «Καλῶς ἦλθες, πάτερ μου, στὸ χωριό μας. Σήμερα θά ’χουμε πατριαρχικὴ λειτουργία μὲ τὴν παρουσία σου»! Τό ’λεγε, καὶ τὸ πρόσωπό του φωτιζόταν. Τί ἄνθρωπος! Λειτουργήσαμε μαζί. Τόσο ποὺ εὐχαριστήθηκα! Συνδύαζε ὁ ἱερεὺς αὐτὸς τὴν ἁπλότητα μὲ κάποια –πῶς νὰ τὸ πῶ;– ἐπισημότητα στὴ λειτουργία του. Μεγάλα πράγματα...

Ὅταν ἀπολύσαμε, μοῦ λέει μὲ τὸ φωτεινό του πρόσωπο:
–Πάτερ μου, δὲν θὰ φύγεις. Σήμερα θὰ φᾶμε μαζὶ στὸ σπίτι. Ἤδη ἡ πρεσβυτέρα πῆγε νὰ ἑτοιμάσει τὸ τραπέζι.

Δὲν μποροῦσα νὰ ἀρνηθῶ. Καὶ μόνο ὁ τρόπος του μὲ σκλάβωνε.

Πῆγα στὸ σπίτι του. Ὅλα πρόδιδαν ἔσχατη φτώχεια. Δύο καμαροῦλες ὅλο κι ὅλο, κι ἕνα καθιστικό, ποὺ ἦταν καὶ κουζίνα καὶ τραπεζαρία μαζί.

Τὰ παπαδοπαίδια –πέντε, ὅπως σοῦ εἶπα– ὅλα τους χαριτωμένα, γελαστά, πρόθυμα. Τὸ μεγαλύτερο ὣς δεκάξι-δεκαεφτὰ χρονῶν. Τὸ μικρότερο στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάννας. Τὰ δύο ἀγοράκια, ἀφοῦ πῆραν τὴν εὐχή μου καὶ ζήτησαν τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸν πατέρα τους, βγῆκαν ἔξω στὴν αὐλὴ νὰ παίξουν. Ἡ μία ἀπὸ τὶς κόρες ἔψησε τὸν καφὲ καὶ τὸν ἔφερε σεβαστικά, νὰ πιοῦμε μὲ τὸν παπα-Μανώλη. Ἔπειτα εὐγενικὰ ἀποσύρθηκε στὸ διπλανὸ δωμάτιο. Ἡ ἄλλη, μικρότερη, ἔτρεχε πίσω ἀπὸ τὴ μαμά.

–Πάτερ Ἰωάννη, μοῦ λέει ὁ παπα-Μανώλης, ὅπως βλέπεις, φτώχεια μεγάλη ἔχουμε. Ἀλλὰ δόξα τῷ Θεῷ. Τίποτε δὲν μᾶς λείπει. Ὅλα μᾶς τὰ δίνει ὁ ἀγαθὸς Θεός. Μέρα-νύχτα Τὸν εὐχαριστοῦμε καὶ Τὸν δοξάζουμε. Τί νὰ σοῦ πῶ; Ἐγώ, πάτερ μου, συγκινοῦμαι πολὺ μὲ τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ στὸ σπίτι μας. Ἔχουμε τέτοια χαρὰ ἐδῶ μέσα, ἕνα γέμισμα νιώθουμε, δὲν μπορῶ νὰ σοῦ τὸ ἐξηγήσω.

–Ἡ χάρις εἶναι, πάτερ μου, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ δίνει αὐτὸ τὸ γέμισμα ποὺ λές.

–Ναί, πάτερ. Αὐτὸ εἶναι. Ὅπως τὸ εἶπες. Ἡ χάρις.

Μοῦ ’πε καὶ ἄλλα γιὰ τὴν ἱερατική του διακονία στὸ χωριό, μέχρι ποὺ ἔφτασε ἡ ὥρα γιὰ τὸ φαγητό. Ἡ πρεσβυτέρα φώναξε τὰ παιδιὰ καὶ ὅλοι βρεθήκαμε γύρω ἀπὸ τὸ τραπέζι.

Ἔμεινα ἐμβρόντητος. Στὸ τραπέζι ὑπῆρχε μία ψωμιέρα στὸ κέντρο μὲ μιὰ λειτουργιὰ* ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, καὶ στὸν καθένα μπροστὰ ἕνα πιάτο μ’ ἕνα κεφτεδάκι μέσα. Τὸ δικό μου πιάτο εἶχε δύο. Τίποτε ἄλλο. 

Τὸ μικρότερο ἀγόρι εἶπε τὸ «Πάτερ ἡμῶν»: «Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον...». Ἐγὼ εὐλόγησα. Καθίσαμε.

Φάγαμε. Τί γεῦμα ἦταν ἐκεῖνο! Τί ἀπόλαυση! Δὲν μπορῶ νὰ σοῦ πῶ, παιδί μου. Ἀπόλαυση. Χαρά! Χορτασμός. Χορτασμός; Ξέρεις τί χορτασμός; Σὰ νὰ εἶχα φάει διπλὴ μερίδα ἀπ’ ὅ,τι συνήθως τρῶμε. Κι ὄχι μόνο χορτασμός. Ἕνα... –πῶς νὰ σοῦ πῶ;– ἕνα γέμισμα! Αὐτό. Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ π. Ἐμμανουὴλ πρίν. Γέμισμα. Εὐφροσύνη. Ἡδονή. Συγκίνηση. Πῶς νὰ σοῦ τὸ περιγράψω, δὲν ξέρω!

Ἔκανα τὴν εὐχαριστία στὸ τέλος. «Εὐλόγησον τὰ περισσεύματα τῆς παρούσης τραπέζης...» –λίγα ψίχουλα ἦταν– «καὶ πλήθυνον αὐτὰ ἐν τῷ οἴκῳ τούτῳ καὶ εἰς τὸν κόσμον σου ἅπαντα». Καὶ καθὼς τὰ παιδιὰ μὲ κοίταζαν ποὺ ἔλεγα τὴν προσευχή, τὰ μάτια τους εἶχαν μιὰ τέτοια λάμψη, ζωηράδα, χαρά... Τί νὰ σοῦ πῶ, παιδί μου. Ἕνα... γέμισμα!

Πηγή: περιοδικό Ο Σωτήρ, τεύχ. 2060, 1/2/2013, εκδ. αδελφότητας θεολόγων «Ο Σωτήρ», σελ. 71-72.

*λειτουργιά = το πρόσφορο.

Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

Όπως θα προσευχόσουν για σένα


Όταν συγκινείσαι από τα βάσανα και την ψυχική ταλαιπωρία των άλλων και παρακινείσαι να κάνεις προσευχή γι' αυτούς με «καρδίαν συντετριμμένην», να ζητάς να τους ελεήσει ο Θεός και να συγχωρήσει τις αμαρτίες τους, όπως θα προσευχόσουν και για τις δικές σου αμαρτίες. Δηλαδή να δέεσαι στον Θεό με δάκρυα. Να προσευχηθείς για τη σωτηρία τους όπως θα προσευχόσουν για τη δική σου σωτηρία. Αν το κατορθώσεις αυτό και το συνηθίσεις, θα λάβεις από το Θεό πολλά πνευματικά χαρίσματα, τα δώρα του Αγίου Πνεύματος, που αγαπά την ψυχή και θέλει τη σωτηρία των άλλων. Το ίδιο το Αγίο Πνεύμα θέλει να μας σώσει με κάθε δυνατό τρόπο, αρκεί εμείς να μην Του εναντιωθούμε, να μη σκληρύνουμε τις καρδιές μας. «Τὸ Πνεῦμα ὑπερεντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. η' 26). 

Πηγή: Αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης, Η εν Χριστώ ζωή μου 

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Αγαπάω αυτούς που αγαπούν τη ζωή


Ἀναρωτιέμαι μερικὲς φορές: εἶμαι ἐγὼ ποὺ σκέφτομαι καθημερινὰ πὼς ἡ ζωή μου εἶναι μία; Ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι τὸ ξεχνοῦν; Ἢ πιστεύουν πὼς θὰ ἔχουν κι ἄλλες, πολλὲς ζωές, γιὰ νὰ κερδίσουν τὸν χρόνο ποὺ σπαταλοῦν;

Μοῦτρα. Ν᾿ ἀντικρίζεις τὴ ζωὴ μὲ μοῦτρα. Τὴ μέρα, τὴν κάθε σου μέρα. Νὰ περιμένεις τὴν Παρασκευὴ ποὺ θὰ φέρει τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακὴ γιὰ νὰ ζήσεις. Κι ὕστερα νὰ μὴ φτάνει οὔτε κι αὐτό, νὰ χρειάζεται νὰ περιμένεις τὶς διακοπές. Καὶ μετὰ οὔτε κι αὐτὲς νὰ εἶναι ἀρκετές. Νὰ περιμένεις μεγάλες στιγμές. Νὰ μὴν τὶς ἐπιδιώκεις, νὰ τὶς περιμένεις.

Κι ὕστερα νὰ λὲς πὼς εἶσαι ἄτυχος καὶ πὼς ἡ ζωὴ ἦταν ἄδικη μαζί σου.

Καὶ νὰ μὴ βλέπεις πὼς ἀκριβῶς δίπλα σου συμβαίνουν ἀληθινὲς δυστυχίες ποὺ ἡ ζωὴ κλήρωσε σὲ ἄλλους ἀνθρώπους. Σ᾿ ἐκείνους ποὺ δὲν τὸ βάζουν κάτω καὶ ἀγωνίζονται. Καὶ νὰ μὴν μαθαίνεις ἀπὸ τὸ μάθημά τους. Καὶ νὰ μὴ νιώθεις καμία φορὰ εὐλογημένος ποὺ μπορεῖς νὰ χαίρεσαι τρία πράγματα στὴ ζωή σου, τὴν καλὴ ὑγεία, δύο φίλους, μιὰ ἀγάπη, μιὰ δουλειά, μιὰ δραστηριότητα ποὺ σὲ κάνει νὰ αἰσθάνεσαι ὅτι δημιουργεῖς, ὅτι ἔχει λόγο ἡ ὕπαρξή σου.

Νὰ κλαίγεσαι ποὺ δὲν ἔχεις πολλά. Ποὺ κι ἂν τὰ εἶχες, θὰ ἤθελες περισσότερα. Νὰ πιστεύεις ὅτι τὰ ξέρεις ὅλα καὶ νὰ μὴν ἀκοῦς. Νὰ μαζεύεις λύπες καὶ ἀπελπισίες, νὰ ξυπνᾶς κάθε μέρα ἀκόμη πιὸ βαρύς. Λὲς καὶ ὁ χρόνος σου εἶναι ἀπεριόριστος.

Κάθε μέρα προσπαθῶ νὰ μπῶ στὴ θέση σου. Κάθε μέρα ἀποτυγχάνω. Γιατὶ ἀγαπάω ἐκείνους ποὺ ἀγαποῦν τὴ ζωή. Καὶ ποὺ ἡ λύπη τους εἶναι ἡ δύναμή τους. Ποὺ κοιτάζουν μὲ μάτια ἄδολα καὶ ἀθῷα, ἀκόμα κι ἂν πέρασε ὁ χρόνος ἀδυσώπητος ἀπὸ πάνω τους. Ποὺ γνωρίζουν ὅτι δὲν τὰ ξέρουν ὅλα, γιατὶ δὲν μαθαίνονται ὅλα.

Ποὺ στύβουν τὸ λίγο καὶ βγάζουν τὸ πολύ. Γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους καὶ γιὰ ὅσους ἀγαποῦν. Καὶ δὲν κουράζονται νὰ ἀναζητοῦν τὴν ὀμορφιὰ στὴν κάθε μέρα, στὰ χαμόγελα τῶν ἀνθρώπων, στὰ χάδια τῶν ζώων, σὲ μιὰ ἀσπρόμαυρη φωτογραφία, σὲ μιὰ πολύχρωμη μπουγάδα.

Ὅσο κι ἂν κανεὶς προσέχει
ὅσο κι ἂν τὸ κυνηγᾶ
πάντα, πάντα θά ῾ναι ἀργά,
δεύτερη ζωὴ δὲν ἔχει.


Οδυσσέας Ελύτης
Αποδελτίωση: www.nektarios.gr

Υ/γ. Α. μου, γι' αυτό αγαπώ το χαμόγελό σου! 

Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

Ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει!




Στην κατάσταση πού είναι σήμερα οι άνθρωποι, ό,τι τους λέει ο λογισμός κάνουν. Άλλοι είναι με χάπια, άλλοι παίρνουν ναρκωτικά… Κάθε τόσο τρεις-τέσσερεις ξεκινούν να κάνουν μια καινούργια θρησκεία. Ανάλογα, λίγα γίνονται, εγκλήματα, δυστυχήματα κ.λπ. Βοηθάει ο Θεός. Ήρθε ένας στο καλύβι και μου λέει: «Έχεις καμιά κιθάρα;» Πίνει χασίς, έχει όρεξη να μιλάει -δεν σε ρωτάει αν έχεις εσύ όρεξη- θέλει και μια κιθάρα!! Άλλοι βαρέθηκαν την ζωή τους και θέλουν να αυτοκτονήσουν ή να κάνουν κανένα κακό, για να γίνει σαματάς. Δεν είναι ότι τους περνάει αυτό σαν βλάσφημος λογισμός και τον διώχνουν. Βαρέθηκαν την ζωή τους και δεν ξέρουν τι να κάνουν. Μου είπε ένας: «Θέλω να με γράψουν οι εφημερίδες ότι είμαι ήρωας». Οι άλλοι χρησιμοποιούν μερικούς τέτοιους και κάνουν την δουλειά τους. Πάλι καλά, ανάλογα, λίγα γίνονται.

Το καλό είναι που δεν μας εγκαταλείπει ο Θεός. Ο Καλός Θεός τον σημερινό κόσμο τον φυλάει με τα δύο Του χέρια, παλιότερα μόνο με το ένα. Σήμερα, μέσα στους τόσους κινδύνους πού ζει ο άνθρωπος, ο Θεός τον φυλάει όπως η μάνα το μικρό παιδί, όταν αρχίζει να περιπατάει. Τώρα μας βοηθούν πιο πολύ ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι, αλλά δεν το καταλαβαίνουμε.   
 
Πού θα ήταν ο κόσμος, αν δεν βοηθούσαν!… Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων παίρνει χάπια και είναι σε μια κατάσταση… Άλλος μεθυσμένος, άλλος απογοητευμένος, άλλος ζαλισμένος, άλλος από τους πόνους ξενυχτισμένος. Όλοι αυτοί βλέπεις να οδηγούν αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, να κάνουν επικίνδυνες δουλειές, να χειρίζονται επικίνδυνα μηχανήματα. Είναι όλοι αυτοί σε κατάσταση να οδηγούν; Μπορούσε να είχε σακατευθεί ο κόσμος. Πώς μας φυλάει ο Θεός και δεν το καταλαβαίνουμε!

Παλιά, θυμάμαι, πήγαιναν οι γονείς στα χωράφια και πολλές φορές μας άφηναν στην γειτόνισσα να μας προσέχει μαζί με τα παιδιά τα δικά της. Αλλά τότε ήταν ισορροπημένα τα παιδιά. Μια ματιά έριχνε η γειτόνισσα και έκανε τις δουλειές της και εμείς παίζαμε ήσυχα. Έτσι και ο Χριστός, η Παναγία, οι Άγιοι παλιά με μια ματιά παρακολουθούσαν τον κόσμο. Σήμερα και ο Χριστός και η Παναγία και οι Άγιοι τον έναν πιάνουν από εδώ, τον άλλον από εκεί, γιατί οι άνθρωποι δεν είναι ισορροπημένοι. Τώρα είναι μια κατάσταση… Θεός φυλάξοι! Σαν μια μητέρα να έχει δύο-τρία προβληματικά παιδιά, το ένα λίγο χαζούλικο, το άλλο λίγο αλλήθωρο, το άλλο λίγο ανάποδο, να έχει και κανά-δύο της γειτόνισσας να τα προσέχει, και το ένα να ανεβαίνει ψηλά και να κινδυνεύει να πέσει κάτω, το άλλο να παίρνει το μαχαίρι να κόψη τον λαιμό του, το άλλο να πάει να κάνη κακό στο άλλο, και αυτή συνέχεια να βρίσκεται σε εγρήγορση, να τα παρακολουθεί, και εκείνα να μην καταλαβαίνουν την αγωνία της. Έτσι και ο κόσμος δεν καταλαβαίνει την βοήθεια του Θεού. Με τόσα επικίνδυνα μέσα που υπάρχουν σήμερα θα είχε σακατευθεί, αν δεν βοηθούσε ο Θεός. Αλλά έχουμε και Πατέρα τον Θεό και Μάνα την Παναγία και αδέλφια τους Αγίους και τους Αγγέλους, που μας προστατεύουν.


Γέροντας Παΐσιος 
Πηγή: Γέροντος Παϊσίου, Λόγοι Α’: Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο, έκδ. Ι. Ησυχ. «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης
Αναδημοσίευση: Ο Τήρων (15/1/2010)

Παρασκευή 3 Μαΐου 2013

Εγκώμια επιταφίου




Ερμηνεία από τον Σύλλογο Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως.
Πηγή βίντεο: 888romania

Σημ.: Τα εγκώμια του όρθρου του Μεγάλου Σαββάτου ψάλλονται τη νύχτα της Μεγάλης Παρασκευής.


ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ
Ἦχος πλ. α´. 
Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ, κατετέθης Χριστέ, καὶ Ἀγγέλων στρατιαὶ ἐξεπλήττοντο, συγκατάβασιν δοξάζουσαι τὴν σήν.
Ἡ ζωὴ πῶς θνήσκεις; πῶς καὶ τάφῳ οἰκεῖς; τοῦ θανάτου τὸ βασίλειον λύεις δέ, καὶ τοῦ ᾍδου τοὺς νεκροὺς ἐξανιστᾷς.
Μεγαλύνομέν σε, Ἰησοῦ Βασιλεῦ, καὶ τιμῶμεν τὴν Ταφὴν καὶ τὰ Πάθη σου· δι᾿ ὧν ἔσωσας ἡμᾶς ἐκ τῆς φθορᾶς. 
Δόξα. 
Ἀνυμνοῦμεν Λόγε, σὲ τὸν πάντων Θεόν, σὺν Πατρὶ καὶ τῷ Ἁγίῳ σου Πνεύματι, καὶ δοξάζομεν τὴν θείαν σου Ταφήν. 
Καὶ νῦν. 
Μακαρίζομέν σε, Θεοτόκε ἁγνή, καὶ τιμῶμεν τὴν Ταφὴν τὴν τριήμερον, τοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ ἡμῶν πιστῶς. 

ΣΤΑΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ
Ἦχος πλ. α´. 
Ἄξιόν ἐστι, μεγαλύνειν σε τὸν Ζωοδότην, τὸν ἐν τῷ Σταυρῷ τὰς χεῖρας ἐκτείναντα, καὶ συντρίψαντα τὸ κράτος τοῦ ἐχθροῦ.
Ἄξιόν ἐστι, μεγαλύνειν σε τὸν πάντων Κτίστην· τοῖς σοῖς γὰρ παθήμασιν ἔχομεν, τὴν ἀπάθειαν ῥυσθέντες τῆς φθορᾶς.
Ἔκλαιε πικρῶς, ἡ πανάμωμος Μήτηρ σου Λόγε, ὅτε ἐν τῷ τάφῳ ἑώρακε, σὲ τὸν ἄφραστον καὶ ἄναρχον Θεόν. 
Δόξα.
 Ἄναρχε Θεέ, συναΐδιε Λόγε καὶ Πνεῦμα, σκῆπτρα τῶν Ἀνάκτων κραταίωσον, κατὰ πολεμίων ὡς ἀγαθός. 
Καὶ νῦν. 
Τέξασα ζωήν, Παναμώμητε ἁγνὴ Παρθένε, παῦσον Ἐκκλησίας τὰ σκάνδαλα, καὶ βράβευσον εἰρήνην ὡς ἀγαθή. 

ΣΤΑΣΙΣ ΤΡΙΤΗ
Ἦχος γ´. 
Αἱ γενεαί πᾶσαι, πιταφίους ὕμνους, προσφέρουσι Χριστέ μου.
Τοῦ ξύλου καθελὼν σέ, ὁ Ἀριμαθαίας, ἐν τάφῳ σε κηδεύει. 
Οὓς ἔθρεψε τὸ μάννα, ἐκίνησαν τὴν πτέρναν, κατὰ τοῦ Εὐεργέτου. 
Ὢ γλυκύ μου ἔαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, ποῦ ἔδυ σου τὸ κάλλος;
Ἔῤῥαναν τὸν τάφον, αἱ Μυροφόροι μύρα, λίαν πρωῒ ἐλθοῦσαι. 
Δόξα. 
Ὢ Τριὰς Θεέ μου, Πατὴρ Υἱὸς καὶ Πνεῦμα, ἐλέησον τὸν Κόσμον. 
Καὶ νῦν. 
Ἰδεῖν τὴν τοῦ Υἱοῦ σου, Ἀνάστασιν Παρθένε, ἀξίωσον σοὺς δούλους.

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Το δικό Του βλέμμα...



Μελετώντας κανεὶς τὴ ζωὴ τοῦ Κυρίου μας μέσα ἀπὸ τὶς σελίδες τῆς Ἁγίας Γραφῆς διαπιστώνει πὼς ὑπάρχουν κάποια μικρὰ σημεῖα, κάποιες λεπτομέρειες, ποὺ ἐκ πρώτης ὄψεως μπορεῖ νὰ φαίνονται ἀσήμαντες, ἂν ὅμως τὶς ἐξετάσει προσεκτικότερα, θὰ δεῖ πὼς καὶ αὐτὲς οἱ λεπτομέρειες ἔχουν τὴ θέση τους, τὴ σημασία, τὴν ἀξία τους.

Μιὰ τέτοια συγκλονιστικὴ λεπτομέρεια μᾶς περιγράφει ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς.

Μεσάνυχτα Πέμπτης πρὸς Παρασκευὴ ὁ Κύριος βρίσκεται ἐνώπιον τῶν ἀρχιερέων Ἄννα καὶ Καϊάφα. Μόνος. Χωρὶς τὴ συνοδεία, τὴ συμπαράσταση τῶν μαθητῶν, τὴν ὑποστήριξη τοῦ Πέτρου, τὴν ὁποία λίγο πρὶν Τοῦ εἶχε ὑποσχεθεῖ.

Τὴν ἴδια ὥρα, στὸν ἴδιο τόπο, μπροστὰ σὲ μιὰ δούλη αὐτὸς ὁ μαθητής, ὁ Πέτρος, θὰ ἀρνηθεῖ τὸν Κύριο τρεῖς φορές. Καὶ μάλιστα μὲ ὅρκους καὶ ἀναθεματίζοντας καὶ καταρώμενος τὸν ἑαυτό του, εἶπε ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν Κύριό του! Ὁ πειρασμὸς ἦταν μεγάλος καὶ τὸ ἁμάρτημα βαρύ. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἀκούστηκε τὸ λάλημα τοῦ πετεινοῦ. Ἦταν τὸ σημάδι ποὺ εἶχε βάλει ὁ Κύριος γιὰ νὰ τὸν ξυπνήσει. «Οὐ φωνήσει σήμερον ἀλέκτωρ πρὶν ἢ τρὶς ἀπαρνήσῃ μὴ εἰδέναι με» τοῦ εἶχε πεῖ (Λουκ. κβ΄ 34).

Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ Κύριος, εἴτε ἀπὸ τὴν ἀνοικτὴ πόρτα τῆς αἴθουσας ὅπου δικαζόταν, εἴτε ἀπὸ κάποιο παράθυρο τοῦ διαδρόμου ἀπ’ ὅπου Τὸν ὁδήγησαν στὴν ἐπίσημη αἴθουσα τοῦ συνεδρίου, ἔριξε ἕνα βλέμμα στὸν Πέτρο γεμάτο πόνο καὶ συμπάθεια. «Ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ», σημειώνει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς. Βρισκόταν ἐνώπιον τῶν παρανόμων δικαστῶν, δὲν λησμόνησε ὅμως τὸν μαθητή του. Θὰ μποροῦσε, σημειώνει ὁ ἀείμνηστος καθηγητὴς Παναγιώτης Τρεμπέλας, «νὰ τοῦ στρέψῃ ὁριστικῶς τὰ νῶτα καὶ νὰ μὴ ρίψῃ πλέον κανὲν βλέμμα εἰς αὐτόν. Καίτοι δὲ ὁ Πέτρος εἶναι ἤδη ἔνοχος βαρέος ἐγκλήματος, ἐν τούτοις ὁ Ἰησοῦς ἀποφεύγει νὰ τὸν ἐκθέσῃ καὶ νὰ τὸν καταισχύνῃ. Δὲν τοῦ φωνάζει, ἀλλὰ ρίπτει βλέμμα ἐπ’ αὐτοῦ, τὴν σημασίαν τοῦ ὁποίου μόνος ὁ Πέτρος ἠδύνατο νὰ ἐννοήσῃ».

Τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου...

Βλέμμα πόνου. Αὐτὸ τὸ βλέμμα ἦταν ἕνας πολὺ δυνατὸς λόγος πρὸς τὸν μαθητή. Μιλοῦσε γιὰ τὸν πόνο ποὺ τοῦ προξένησε ἡ ἁμαρτία τοῦ Πέτρου. Ἔλεγε ὅτι πονάει καὶ λυπᾶται βαθύτατα ὁ Κύριος γιὰ τὸ κατάντημα τοῦ μαθητῆ.

Ἀλλὰ εἶναι καὶ βλέμμα ἐκπλήξεως καὶ ἐλέγχου. Σὰν νὰ τοῦ ἔλεγε: Ἐσύ, Πέτρε, δὲν μὲ γνωρίζεις; Ἐσὺ ποὺ ἤσουν τρία ὁλόκληρα χρόνια μαζί μου; Ἐσὺ τοῦ ὁποίου πρὶν ἀπὸ λίγο ἔπλυνα τὰ πόδια καὶ ἔδωσα τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα μου; Ἐσὺ ποὺ μὲ διαβεβαίωσες γιὰ τὴ μέχρι θανάτου ἀφοσίωσή σου; Πέτρε! Πόσο ἀσυνεπὴς φάνηκες! Δὲν μπόρεσες νὰ κρατήσεις τὸ λόγο σου! Πόσο χαμηλὰ ἔπεσες ἐσὺ ὁ γενναῖος!

Ἦταν ὅμως καὶ βλέμμα γεμάτο στοργὴ καὶ συμπάθεια. Καὶ στὴν πτώση σου εἶμαι κοντά σου, Πέτρε, τοῦ ἔλεγε. Καὶ προηγουμένως προσευχήθηκα νὰ μὴ χαθεῖς. Καὶ τώρα ὅμως στὴν ὥρα τῆς ἀδυναμίας σου δὲν σὲ ἀπορρίπτω. Εἶμαι κοντά σου.

Ἦταν τέλος καὶ βλέμμα καθοδηγήσεως. Τοῦ ἔλεγε: Θυμήσου, Πέτρε, τὴν κλίση σου. Θυμήσου τότε ποὺ περπάτη σες πάνω στὰ κύματα καί, ὅταν ἄρχισες νὰ βυθίζεσαι, φώναξες «Κύριε, σῶσόν με».  Τότε ἅπλωσα τὸ χέρι μου καὶ σ’ ἔσωσα. Τώρα τὰ χέρια μου εἶναι ἁλυσο δεμένα. Καὶ ὁ κίνδυνος στὸν ὁποῖο βρίσκεσαι, εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερος. Ἁπλώνω λοιπὸν τὸ βλέμμα μου, γιὰ νὰ σὲ βοηθήσω νὰ σηκωθεῖς ἀπὸ τὴ φοβερὴ πτώση σου. Στὸ βάθος τῆς ψυχῆς σου γνωρίζω ὅτι συνεχίζεις νὰ μὲ ἀγαπᾶς. Γι’ αὐτὸ καὶ σὲ καλῶ νὰ ἐπιστρέψεις.

Αὐτὸ τὸ βλέμμα ἦταν μιὰ δυνατὴ πρόσκληση μετανοίας στὸν Πέτρο. Αὐτὸ τὸ βλέμμα ἔμεινε χαραγμένο γιὰ πάντα στὴν καρδιὰ τοῦ μαθητῆ. Κι ἐκεῖνος τὸ δέχθηκε. Ἀμέσως συναισθάνθηκε τὸ ἁμάρτημά του, συναισθάνθηκε τὸ βάθος στὸ ὁποῖο τὸν ἔριξε ἡ αὐτοπεποίθησή του «καὶ ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς» (Ματθ. κς΄ 75). Μετανόησε, ἔχυσε πικρά, καυτὰ δάκρυα συντριβῆς, ὁλοκληρωτικῆς μετανοίας.

Ἴσως κάποιες φορὲς βρισκόμαστε καὶ μεῖς στὴ θέση αὐτὴ τοῦ Πέτρου. Βρισκόμαστε:
Ὅταν παραβαίνουμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς ὑποσχέσεις ποὺ δώσαμε.
Ὅταν γεμίζουμε μὲ ἀπροσεξίες τὴ ζωή μας μ’ αὐτὰ ποὺ λέμε, ποὺ ἀκοῦμε, ποὺ βλέπουμε, ποὺ κάνουμε.
Ὅταν ἀμφιβολίες, ὀλιγοπιστίες καὶ διλήμματα γεμίζουν τὸ ἐσωτερικό μας μπροστὰ στὶς δοκιμασίες, στὶς θλίψεις καὶ στὰ προβλήματα τῆς ζωῆς.

Τότε τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου στρέφεται καὶ σὲ μᾶς. Εἴτε μέσα ἀπὸ τὴν εἰκόνα του, εἴτε ἀπὸ τὸν αἰώνιο λόγο του, εἴτε ἀπὸ τὴ συμβουλὴ τοῦ Πνευματικοῦ μας, εἴτε ἀπὸ τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεώς μας. Αἰσθανόμαστε τὸ βλέμμα του μὲ τὴν ἴδια ἀγάπη καὶ στοργὴ νὰ μᾶς καλεῖ ξανὰ κοντά του, νὰ μᾶς δυναμώνει καὶ νὰ μᾶς στηρίζει γιὰ νὰ βροῦ με πάλι τὸ σωστὸ δρόμο, τὴν ὀρθὴ πορεία μας κοντά του, παιδιὰ δικά του ἀγαπημένα, ξανὰ μαθητές του.

Ἀρκεῖ νὰ τὸ βλέπουμε, νὰ Τὸν πιστεύουμε καὶ νὰ μετανοοῦμε. 

Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Ο μεγάλος έρωτας κάθε ψυχής

 
ΙΔΟΥ Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΕΡΧΕΤΑΙ...

Κυριακή Βαΐων βράδυ. Οι ορθόδοξοι πιστοί στους ιερούς Ναούς. Κεντρικό πρόσωπο της βραδιάς ο μεγάλος έρωτας κάθε ορθόδοξης χριστιανικής ψυχής, ο αγαπημένος Νυμφίος. Υψώνεται ο Νυμφίος από τα χέρια του κληρικού μέσα στο ιερό Βήμα και εξέρχεται σε μια ιερή έξοδο ανάμεσα στα αγαπημένα Του πρόσωπα. Περιφέρεται ανάμεσα στους πιστούς Του, για να τους παρηγορήσει, για να τους στηρίξει, για να τους διδάξει, για να τους δείξει ότι είναι εκεί και ότι τους περιμένει όλους να ενωθούν μαζί Του και να του ομοιάσουν.

Τίποτε δεν αγγίζει περισσότερο τις λεπτές εσωτερικές χορδές της ανθρώπινης καρδιάς όσο η εικόνα του Νυμφίου εκείνο το βράδυ. Ο Χριστός μας παρουσιάζεται μισόγυμνος, τυλιγμένος με τον πολύτιμο άραφο κατακόκκινο χιτώνα Του, με σκυμμένο το κεφάλι Του, ζωντανός, ταπεινωμένος από την ανθρώπινη κακία και από τη διαβολική μανία. Στα χέρια Του κρατάει το καλάμι της προσβολής Του και στο κεφάλι του φοράει το ακάνθινο στεφάνι του αμέτρητου πόνου Του. 

Γιατί όμως ένας Νυμφίος τόσο ταπεινωμένος και τόσο εξαθλιωμένος έχει αγαπηθεί τόσο πολύ από εκατομμύρια ανθρώπους στο διάβα των αιώνων; O άνθρωπος, όταν ντύνεται για το γάμο του, φοράει τα καλύτερα και λαμπρότερα ρούχα, διότι έτσι νιώθει ότι τιμάει τη συζυγία του και εκφράζει και τη χαρά του για το ξεκίνημα της νέας του ζωής. Δεν θα έπρεπε και ο Χριστός ως Νυμφίος να παρουσιάζεται με ρούχα λαμπρά, τιμημένος μέσα στην άφθαρτη και άφατη δόξα Του; Αυτό επιτάσσει η ανθρώπινη λογική. Για την Eκκλησία όμως υπάρχει ένας άλλος τρόπος σκέψεως και τοποθετήσεως των πραγμάτων. O Νυμφίος «ο κάλλει ωραίος» δεν είναι απαραίτητο να εκπληρώνει τα μέτρα της κοσμικής ωραιότητος. O Νυμφίος για την Eκκλησία είναι το πρόσωπο του Θεανθρώπου Λυτρωτου, που μας καλεί κατ’ αρχήν σε μία αιώνια, ουσιαστική και οντολογική ένωση μαζί Του. Σε μία ένωση πιο δυνατή από κάθε άλλη σχέση που μπορούμε να βάλουμε με το μυαλό μας. Σε μία ένωση όπως του σίδερου με τη φωτιά, που, όταν επιτυγχάνεται, το κρύο σίδερο μεταμορφώνεται σε φωτιά. Έτσι και ο άνθρωπος, όταν ενώνεται με τον Θεάνθρωπο, γίνεται και εκείνος θεούμενος και θεοτόκος, κυοφορώντας μέσα του τον ερασμιώτατο Χριστό. O Χριστός ως Νυμφίος προσκαλεί την ψυχή ως νύμφη να ενωθεί μαζί της για πάντα και αδιάσπαστα. 

O Νυμφίος της Eκκλησίας είναι ένας Νυμφίος ταπεινός και πονεμένος. Ένας Νυμφίος που αγαπάει και θυσιάζεται έως θανάτου για το αντικείμενο της αγάπης Του. Τον βλέπουμε στην εικόνα καταφρονεμένο από τους ανθρώπους που δεν Τον αγάπησαν. Καταματωμένο το πανίερο κεφάλι Του γέρνει στα δεξιά με πόνο και αξιοπρέπεια, στεφανωμένο με το πολύτιμο στεφάνι του μαρτυρίου, που κάθε αγκάθι του οργώνει βάναυσα το θεανδρικό ουράνιο πρόσωπο. Μία θαυμαστή γαλήνη, που διδάσκει ότι και η υπέρτατη οδύνη και ο απόλυτος πόνος εκμηδενίζονται, όταν η αγάπη κινεί τα νήματα της συμπεριφοράς. Αυτός ο πονεμένος Νυμφίος είναι αξιοθρήνητος για τη λογική του κόσμου. Και όμως είναι αξιολάτρευτος για τη λογική του πιστού, γιατί ο πιστός γνωρίζει ότι ο πόνος του Λυτρωτού είναι χαρά του λυτρωμένου και το αίμα του Δικαίου είναι τροφή και φάρμακο αθανασίας και σημάδι νίκης για τον άνθρωπο, που θα ποτίσει την ύπαρξή του μ’ αυτό το Αίμα. 

Μέσ’ από τα χρώματα και τις πινελιές της εικόνας προβάλλει ο Νυμφίος «ο κάλλει ωραίος», ο πανέμορφος, με μία ομορφιά που νίκησε τα μέτρα και τα σταθμά του κόσμου, που υπερβαίνει τα κοσμικά σχήματα, με μία ομορφιά που γεμίζει την ψυχή. H ωραιότητα του ταπεινού Νυμφίου είναι τόσο μεγάλη όσο μεγάλος είναι και ο Παράδεισος, από τον οποίο κατέβηκε για να μας βάλει με τη θυσία Του μέσα σ’ αυτόν. Όλα τα ωραία πρόσωπα και όλη η υπέρτατη ομορφιά, που μπορεί να βάλουμε με το μυαλό μας, χάνονται και εξαφανίζονται, όταν αφήσουμε το βλέμμα μας να αγγίξει το πονεμένο μα τόσο αξιοπρεπές πρόσωπο του εξαθλιωμένου από την κακία μας Νυμφίου Χριστού στην εικόνα Του. Διότι πόσα από τα αμέτρητα πανέμορφα κοσμικά πρόσωπα που μας περιβάλλουν είναι έτοιμα να κάνουν την παραμικρή θυσία για το χατήρι μας; Eκείνος όμως όχι μόνο μας αγαπάει, αλλά και στο Σταυρό είναι έτοιμος σε λίγο ν’ ανέβει, για να μας δείξει το μέγεθος της αγάπης Του. 

«Ιδού ο Νυμφίος έρχεται…» μέσα στη νύχτα της ζωής μας. H μάνα Του θα του φωνάξει «ω, γλυκύ μου έαρ» κι εμείς θα νιώσουμε πόσο γλυκιά άνοιξη είναι ο Χριστός μας για κάθε πιστό που δεν Τον πλησιάζει αυτές τις ημέρες των Παθών, μόνο και μόνο για να συγκινηθεί λιγάκι μαζί Του -εξάλλου λίγη συγκίνηση την έχουν ανάγκη οι άνοστες μέρες μας. Αλλά έρχεται στον λατρευτό Νυμφίο, για να ενωθεί μαζί Του μέσα σ’ ένα μυστηριακό και μυστικό αρραβώνα της «αιωνιζούσης ζωής και βασιλείας», μέσα σ’ ένα γαμήλιο γλέντι, που αρχίζει σε κάθε Θεία Λειτουργία και δεν τελειώνει ποτέ. 

π. Δημήτριος Κατούνης

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Το δικό μας έργο


ΝΑ ΕΜΠΙΣΤΕΥΕΣΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΣΟΥ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ

Νά ἐμπιστεύεσαι τή ζωή σου καί τήν ψυχή σου στό Κύριο, τόν παντοδύναμο καί πανάγαθο. Ὄχι στόν ἑαυτό σου, τόν ἀδύναμο καί ἁμαρτωλό. Ἔτσι θά εἶσαι ἀσφαλής. Ὁ Κύριος εἶναι ὁ δημιουργός σου. Μετά τή θλιβερή πτώση σου, Ἐκεῖνος ἐνανθρώπησε γιά σένα, καταδικάστηκε γιά σένα, ἔχυσε τό αἷμα Του γιά σένα. Μά καί τί δέν θά κάνει ἀκόμα γιά σένα! Ἑτοιμάσου νά δεχθεῖς τά δῶρα Του, καθαρίζοντας τήν ψυχή σου. Αὐτό εἶναι τό δικό σου ἔργο. 

Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ 
Αποδελτίωση: Αναστάσιος (19/4/2013)

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με!






ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ E΄ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Ἰδού ἡ πέμπτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Κυριακή [πού σφραγίζει τήν ἑβδομάδα] τῶν μεγάλων ἀγρυπνιῶν καί τῶν μεγάλων ἀσκήσεων, τήν ἑβδομάδα τῶν μεγάλων θρήνων καί ἀναστεναγμῶν, ἡ Κυριακή τῆς πιό μεγάλης μεταξύ τῶν ἁγίων γυναικῶν Ἁγίας, τῆς ὁσίας μητρός ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας.


Σαράντα ἑπτά χρόνια ἔκανε στήν ἔρημο, καί ὁ Κύριος τῆς ἔδωσε ἐκεῖνο πού σπάνια δίνει σέ κάποιον ἀπό τούς Ἁγίους. Χρόνια ὁλόκληρα δέν γεύθηκε ψωμί καί νερό...

Στήν ἐρώτησι τοῦ ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ἐκείνη ἀπάντησε: «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ. δ΄ 4). Ὁ Κύριος τήν ἔτρεφε μέ ἕναν ἰδιαίτερο τρόπο καί τήν ὡδηγοῦσε στήν ἐρημητική ζωή, στούς ἐρημητικούς της ἀγῶνες.


Καί ποιό ἦταν τό ἀποτέλεσμα; Ἡ Ἁγία μετέτρεψε τήν κόλασί της σέ παράδεισο! Νίκησε τόν διάβολο καί ἀνέβηκε ψηλά στόν Θεό! Πῶς, μέ τί; Μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή, μέ νηστεία καί προσευχή! Διότι ἡ νηστεία, ἡ νηστεία μαζί μέ τήν προσευχή, εἶναι δύναμις πού νικᾶ τά πάντα. Ἕνας θαυμάσιος ὕμνος τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς λέγει: «ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Μέ τήν νηστεία μᾶς ἔδειξε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου... Δέν ὑπάρχει ἄλλο ὅπλο, δέν ὑπάρχει ἄλλο μέσον.
Νηστεία! Ἰδού τό μέσον γιά νά νικήσῃς τόν διάβολο, τόν κάθε διάβολο. Παράδειγμα νίκης, ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Τί θεία δύναμις ἡ νηστεία! Νηστεία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό σου.
Ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει σταυρός, ἡ νίκη εἶναι σίγουρη. Τό σῶμα τῆς πρώην πόρνης τῆς Ἀλεξανδρείας, τῆς Μαρίας, μέ τήν ἁμαρτία παραδόθηκε στήν δουλεία τοῦ διαβόλου. Ἀλλά ὅταν ἀγκάλιασε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ὅταν πῆρε αὐτό τό ὅπλο στά χέρια της, νίκησε τόν διάβολο. Νηστεία εἶναι ἡ ἀνάστασις τῆς ψυχῆς ἐκ νεκρῶν. Ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή ἀνοίγουν τά μάτια τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νά ἀντικρύσῃ καί νά καταλάβῃ πραγματικά τόν ἑαυτό του, νά ἰδῇ τόν ἑαυτό του. Βλέπει τότε ὅτι κάθε ἁμαρτία στήν ψυχή του εἶναι ὁ τάφος του, ὁ τάφος, ὁ θάνατός του. Καταλαβαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία μέσα στήν ψυχή του δέν κάνει τίποτε ἄλλο ἀπό τό νά μετατρέπῃ σέ πτώματα ὅλα ὅσα ἀνήκουν στήν ψυχή: τούς λογισμούς της, τά συναισθήματά της καί τίς διαθέσεις της· σειρά ἀπό τάφους. Καί τότε..., τότε ξεχύνεται θρηνητική κραυγή ἀπό τήν ψυχή: «Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσον με». Αὐτή εἶναι ἡ κραυγή μας κατά τήν ἁγία αὐτή ἑβδομάδα: Κύριε, προτοῦ χαθῶ τελείως, σῶσε με. Ἔτσι προσευχηθήκαμε αὐτή τήν ἑβδομάδα στόν Κύριο, τέτοιες προσευχητικές ἀναβοήσεις μᾶς παρέδωσε στόν Μεγάλο Κανόνα του ὁ μεγάλος ἅγιος πατήρ ἡμῶν Ἀνδρέας Κρήτης.
«Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Αὐτή ἡ κραυγή μᾶς ἀφορᾶ ὅλους, ὅλους ὅσους ἔχουμε ἁμαρτίες. Ποιός δέν ἔχει ἁμαρτίες; Εἶναι ἀδύνατον νά κοιτάξῃς τόν ἑαυτό σου νά μή εὕρῃς κάπου, σέ κάποια γωνία τῆς ψυχῆς σου, νά μή ἐντοπίσῃς σέ κάποια ἄκρη της μία ξεχασμένη ἴσως ἁμαρτία. Καί... κάθε ἁμαρτία, γιά τήν ὁποία δέν ἔχεις μετανοήσει, εἶναι ὁ τάφος σου, εἶναι ὁ θάνατός σου. Καί ἐσύ, γιά νά μπορέσῃς νά σωθῇς καί νά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τόν τάφο σου, κρᾶζε μέ τίς προσευχητικές θρηνητικές κραυγές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».
Ἄς μή ξεγελᾶμε τόν ἑαυτό μας, ἀδελφοί, ἄς μή ἀπατώμεθα. Καί μία μόνο ἁμαρτία ἄν ἔμεινε στήν ψυχή σου, καί σύ δέν μετανοεῖς καί δέν τήν ἐξομολογεῖσαι ἀλλά τήν ἀνέχεσαι μέσα σου, αὐτή ἡ ἁμαρτία θά σέ ὁδηγήσῃ στό βασίλειο τῆς κολάσεως. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στόν παράδεισο τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Γιά νά ἀξιωθῇς τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, φρόντισε νά ἀποδιώξῃς ἀπό μέσα σου κάθε ἁμαρτία, νά ξεριζώσῃς ἀπό μέσα σου διά τῆς μετανοίας κάθε ἁμαρτία. Διότι, τίποτε δέν γλυτώνει ἀπό τήν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Τέτοια δύναμι ἔδωσε ὁ Κύριος στήν Ἁγία Μετάνοια.
Κοίταξε! Ἀφοῦ ἡ μετάνοια μπόρεσε νά σώσῃ μία τόσο μεγάλη ἄσωτη γυναῖκα, ὅπως ἦταν κάποτε ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία, πῶς νά μή σώσῃ καί ἄλλους ἁμαρτωλούς, τόν κάθε ἁμαρτωλό, καί τόν πιό μεγάλο ἁμαρτωλό καί ἐγκληματία; Ναί, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι τό πεδίο τῆς μάχης, ἐπί τοῦ ὁποίου ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή νικᾶμε τόν διάβολο, νικᾶμε ὅλες τίς ἁμαρτίες, νικᾶμε ὅλα τά πάθη καί ἐξασφαλίζουμε στόν ἑαυτό μας τήν ἀθανασία καί τήν αἰώνιο ζωή. Στήν ζωή τῶν ἁγίων καί ἀληθινῶν Χριστιανῶν ὑπάρχουν ἀναρίθμητα παραδείγματα πού δείχνουν ὅτι ὄντως μόνο μέ τήν προσευχή καί τήν νηστεία ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί νικᾶμε τούς δαίμονες, ὅλους ἐκείνους πού μᾶς βασανίζουν καί θέλουν νά μᾶς παρασύρουν στό βασίλειο τοῦ κακοῦ, στήν κόλασι. Αὐτή ἡ Ἁγία Νηστεία...! εἶναι νηστεία τῶν ἁγίων ἀρετῶν μας. Κάθε ἁγία ἀρετή ἀνασταίνει τήν ψυχή μου καί τήν ψυχή σου ἐκ τῶν νεκρῶν.

Προσευχή! Τί εἶναι ἡ προσευχή; Εἶναι ἡ μεγάλη ἀρετή πού σέ ἀνασταίνει καί μέ ἀνασταίνει. Σηκώθηκες μήπως γιά προσευχή, ἔκραξες πρός τόν Κύριο νά καθαρίσῃ τήν ψυχή σου ἀπό τίς ἁμαρτίες, ἀπό τό κάθε κακό, ἀπό κάθε πάθος; Τότε οἱ τάφοι σου καί οἱ τάφοι μου ἀνοίγουν καί οἱ νεκροί ἀνασταίνονται. Ὅ,τι εἶναι ἁμαρτωλό φεύγει, ὅ,τι σύρει πρός τό κακό ἐξαφανίζεται. Ἡ ἁγία προσευχή ἀνασταίνει τόν καθένα ἀπό μᾶς, ὅταν εἶναι εἰλικρινής, ὅταν φέρνει ὅλη τήν ψυχή στόν οὐρανό, ὅταν ἐσύ μέ φόβο καί τρόμο λέγῃς στόν Κύριο: Δές, δές τούς τάφους μου, ἀναρίθμητοι εἶναι οἱ τάφοι μου, Κύριε! Μέσα σέ κάθε ἕναν ἀπό αὐτούς τούς τάφους, νά’την ἡ ψυχή μου, νά’την νεκρή, μακρυά ἀπό Σένα, Κύριε! Εἰπέ λόγον καί ἀνάστησον πάντας τούς νεκρούς μου! Διότι, Σύ, Σύ, Κύριε, μᾶς ἔδωσες πολλές θεῖες δυνάμεις νά μᾶς ἀνασταίνουν διά τῆς ἁγίας Ἀναστάσεως, νά μᾶς ἀνασταίνουν ἀπό τόν τάφο τῆς ραθυμίας.

Ναί, μέ τήν ἁμαρτία, μέ τά πάθη μας, πεθαίνουμε ψυχικά. Ἡ ψυχή ἀποθνήσκει, ὅταν χωρίζεται ἀπό τόν Θεό. Ἡ ἁμαρτία εἶναι δύναμις πού χωρίζει τήν ψυχή ἀπό τόν Θεό. Καί ἐμεῖς, ὅταν ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία, ὅταν ἀγαπᾶμε τίς ἁμαρτωλές ἡδονές, στήν πραγματικότητα ἀγαπᾶμε τόν θάνατό μας, ἀγαπᾶμε τούς τάφους, τούς δυσώδεις τάφους, μέσα στούς ὁποίους ἡ ψυχή μας ἀποσυντίθεται.
Ἀντίθετα, ὅταν ἀνανήψουμε, ὅταν μέ τόν κεραυνό τῆς μετανοίας χτυπήσουμε τήν καρδιά μας, τότε..., τότε οἱ νεκροί μας ἀνασταίνονται. Τότε ἡ ψυχή μας νικᾶ ὅλους τούς φονεῖς της, νικᾶ τόν κατεξοχήν δημιουργό ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν, τόν διάβολο, νικᾶ μέ τήν δύναμι τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Γι’ αὐτό, γιά μᾶς τούς Χριστιανούς δέν ὑπάρχει ἁμαρτία πιό ἰσχυρή ἀπό μᾶς. Νά εἶσαι βέβαιος ὅτι πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε ἁμαρτία πού σέ βασανίζει, πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε πάθος πού σέ βασανίζει. Πῶς; –ἐρωτᾶς. Μέ τήν μετάνοια! Καί τί εἶναι εὐκολώτερο ἀπό αὐτήν; Πάντοτε μπορεῖς μέσα σου, μέσα στήν ψυχή σου, νά κραυγάζῃς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ δέν θά σέ παραβλέψῃ. Θά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τούς νεκρούς καί θά ζῇς σ’ αὐτόν τόν κόσμο σάν κάποιος πού ἦρθε ἀπό ἐκεῖνον τόν κόσμο, πού ἀναστήθηκε καί ζῆ μία νέα ζωή, τήν ζωή τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, πού ὑπάρχουν μέσα του ὅλες οἱ θεῖες δυνάμεις, ἔτσι ὥστε καμμία ἁμαρτία πλέον δέν μπορεῖ νά σέ φονεύσῃ. Ἴσως νά ξαναπέφτῃς, ἀλλά πλέον γνωρίζεις, γνωρίζεις τό ὅπλο, γνωρίζεις τήν δύναμι μέ τήν ὁποία ἀνασταίνεσαι ἐκ τῶν νεκρῶν. Ἄν πενήντα φορές τήν ἡμέρα ἁμαρτήσῃς, ἄν πενήντα φορές ντροπιασθῇς, ἄν πενήντα τάφους σκάψῃς σήμερα, μόνο φώναξε: «Κύριε, δός μου μετάνοια. Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».
Ὁ Ἀγαθός Κύριος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τήν ἀσθένεια καί ἀδυναμία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς καί τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως, εἶπε: Ἔλα, ἀδελφέ. Ἀκόμη κι ἄν ἑβδομηκοντάκις τήν ἡμέρα ἁμαρτήσῃς, πάλι ἔλα καί πές: ἥμαρτον (Ματθ. ιη΄, 21-22). Αὐτό ἐντέλλεται ὁ Κύριος σέ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, τούς ἀσθενεῖς καί ἀδυνάτους. Συγχωρεῖ τούς ἁμαρτωλούς. Γι’ αὐτό καί δήλωσε ὅτι χαρά μεγάλη γίνεται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἐνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἐπί τῆς γῆς (πρβλ. Λουκ. ιε΄ 7). Ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος ἀτενίζει σέ σένα, ἀδελφέ καί ἀδελφή, πῶς ζῆς στήν γῆ. Πέφτεις στήν ἁμαρτία καί δέν μετανοεῖς; Νά, οἱ Ἄγγελοι κλαῖνε καί θλίβονται στόν Οὐρανό ἐξ αἰτίας σου. Μόλις ἀρχίσῃς νά μετανοῇς, νά, οἱ Ἄγγελοι στόν Οὐρανό χαίρονται, καί σάν οὐράνιοι ἀδελφοί σου χορεύουν...
Νά ἡ σημερινή μεγάλη ἁγία, ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Πόσο ἁμαρτωλή! Ἀπό αὐτήν ὁ Κύριος ἔκανε μία ἁγία ὕπαρξι σάν τά Χερουβίμ. Μέ τήν μετάνοια ἔγινε ἰσάγγελη, μέ τήν μετάνοια κατέστρεψε τήν κόλασι, στήν ὁποία βρισκόταν, καί ἀνέβηκε ὁλόκληρη στόν παράδεισο τοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει Χριστιανός ἀδύνατος σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ἔστω κι ἄν τοῦ ἐπιτίθενται οἱ φρικωδέστερες ἁμαρτίες καί πειρασμοί αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀρκεῖ μόνο ὁ Χριστιανός νά μή ξεχάσῃ τά μεγάλα του ὅπλα: τήν μετάνοια, τήν προσευχή, τήν νηστεία· νά ἐπιδοθῇ σέ κάποια εὐαγγελική ἄσκησι, σέ κάποια ἀρετή: εἴτε στήν προσευχή, εἴτε στήν νηστεία, εἴτε στήν εὐαγγελική ἀγάπη, εἴτε στήν εὐσπλαχνία. Ἄς θυμηθοῦμε τούς μεγάλους Ἁγίους τοῦ Θεοῦ, ἄς θυμηθοῦμε τήν ἑορταζομένη σήμερα μεγάλη Ἁγία, τήν ὁσία Μητέρα μας Μαρία τήν Αἰγυπτία, καί ἄς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Κύριος θά εἶναι εὔκαιρος βοηθός μας. Ἡ ἁγία Μαρία ἐβίωσε τόσο θαυμαστή βοήθεια ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί σώθηκε ἀπό τήν φοβερή της κόλασι, ἀπό τούς φοβερούς της δαίμονες. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί σήμερα καί πάντοτε μᾶς βοηθεῖ σέ ὅλες τίς εὐαγγελικές μας ἀρετές: στήν προσευχή, καί στήν νηστεία, καί στήν ἀγρυπνία, καί στήν ἀγάπη, καί στούς οἰκτιρμούς, καί στήν ὑπομονή, καί σέ κάθε ἄλλη ἀρετή. Εὔχομαι νά μᾶς βοηθῇ πάντα καί νά μᾶς καθοδηγῇ...
Γι’ αὐτό, ποτέ νά μήν ἀποκάμῃς στόν ἀγῶνα καί στόν πόλεμο μέ τίς ἁμαρτίες σου... Σέ ὅλες τίς δυσκολίες σου καί στίς πιό μεγάλες πτώσεις σου νά θυμᾶσαι τήν κραυγή αὐτῆς τῆς ἁγίας ἑβδομάδος, πού ἔχει τήν δύναμι νά σέ ἀναστήσῃ: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».
αγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς (1965) 
Μετάφρασις ἀδελφῶν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τό βιβλίο PASHALNE BESEDE (Πασχαλινές Ὁμιλίες), Βελιγράδι 1998
Πηγή: Μητρόπολη Καισαριανής
Αναδημοσίευση: Θρησκευτικά (31/3/2012)

Σάββατο 20 Απριλίου 2013

Ο Ακάθιστος Ύμνος


Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου χοροστατούντος του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου, όπως μαγνητοσκοπήθηκε το 2003 στη Μητρόπολη Αθηνών. 

Έκδοση της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.  

Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ'.
Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει,
ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπουδῇ ἐπέστη,
ὁ ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμω·
ὁ κλίνας ἐν καταβάσει τοὺς οὐρανούς,
χωρεῑται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοι·
Ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου,
λαβόντα δούλου μορφήν,
ἐξίσταμαι κραυγάζων σοι·
Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ἕτερον. Ἦχος ὁ αὐτός.
Τῇ ὑπερμάχῷ στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
ἀναγράφω σοι ἡ πόλις σου, Θεοτόκε·
ἀλλ' ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
ἵνα κράζω σοί· Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

ΟΙ ΟΙΚΟΙ [Ἀκροστιχίς: κατ' ἀλφάβητον]
γγελος πρωτοστάτης,
οὐρανόθεν ἐπέμφθη,
εἰπεῖν τῇ Θεοτόκω τὸ Χαῖρε·
καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ,
σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε,
ἐξίστατο καὶ ἵστατο,
κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·
Χαῖρε, δ' ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει,
χαῖρε, δι' ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀθρωπίνοις λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι' ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις,
χαῖρε, δι' ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
 
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία,
ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ,
φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως·
τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς,
δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται·
ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως,
τὴν κύησιν πὼς λέγεις κράζων·
Ἀλληλούια.

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι,
ἡ Παρθένος ζητοῦσα,
ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα·
ἐκ λαγόνων ἁγνῶν,
υἷον πῶς ἔσται τεχθῆναι δυνατόν;
λέξον μοι.
Πρὸς ἥν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ,
πλὴν κραυγάζων οὕτω·
Χαῖρε, βουλῆς ἀπορρήτου μύστις,
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον,
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός,
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα,
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα,
χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν,
Χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.

Χαῖρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου,
ἐπεσκίασε τότε,
πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμω·
καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν,
ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι,
τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν,
ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·
Ἀλληλούια.

χουσα θεοδόχον,
ἡ Παρθένος τὴν μήτραν,
ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ.
Τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθὺς ἐπιγνόν,
τὸν ταύτης ἀσπασμὸν ἔχαιρε,
καὶ ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν,
ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμάραντου κλῆμα,
χαῖρε, καρποῦ ἀκήρατου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον,
χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἠμῶν φύουσα,
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν,
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις,
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα,
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία,
χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παρρησία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων,
λογισμῶν ἀμφιβόλων,
ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη·
πρὸς τὴν ἄγαμόν σὲ θεωρῶν,
καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε·
μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν,
ἐκ Πνεύματος Ἁγίου,
ἔφη·
Ἀλληλούια.

κουσαν oἱ ποιμένες,
τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων,
τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν·
καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα,
θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον,
ἐν γαστρὶ τῆς Μαρίας βοσκηθέντα,
ἥν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, Ἀμνοῦ καὶ Ποιμένος Μῆτερ,
χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον,
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ,
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα,
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα,
χαῖρε, λαμπρὸν τῆς Χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης,
χαῖρε, δι' ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θεοδρόμον ἀστέρα,
θεωρήσαντες Μάγοι,
τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ·
καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν,
δι' αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα,
καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον,
ἐχάρησαν αὐτῷ βοῶντες·
Ἀλληλούια.

δον παῖδες Χαλδαίων,
ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου,
τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους·
καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν,
εἰ καὶ δούλου μορφὴν ἔλαβεν,
ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι,
καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ·
Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ,
χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα,
χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς,
χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας,
χαῖρε, ἢ τοῦ βορβόρου ρυομένη τῶν ἔργων.
Χαῖρε πυρὸς προσκύνησιν παύσασα,
χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα.
Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης,
χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι,
γεγονότες οἱ Μάγοι,
ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα,
ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμόν,
καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν,
ἀφέντες τὸν Ἡρώδην ὡς ληρώδη,
μὴ εἰδότα ψάλλειν·
Ἀλληλούια.

Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ,
φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας,
τοῦ ψεύδους τὸ σκότος·
τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ,
μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχὺν πέπτωκεν,
οἱ τούτων δὲ ρυσθέντες,
ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων,
χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.
Χαῖρε, τὴν ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα,
χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὴν δόξαν ἐλεγξασα.
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν,
χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωὴν.
Χαῖρε, πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει,
χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης.
Χαῖρε, τροφὴ τοῦ μάνα διάδοχε,
χαῖρε, τρυφῆς ἁγίας διάκονε.
Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας,
χαῖρε, ἐξ ἧς ρέει μέλι καὶ γάλα.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεῶνος,
τοῦ παρόντος αἰῶνος,
μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος,
ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ,
ἀλλ' ἐγνώσθης τούτω καὶ Θεὸς τέλειος·
διόπερ ἐξεπλάγη σου τὴν ἄρρητον σοφίαν,
κράζων·
Ἀλληλούια.

Νέαν ἔδειξε κτίσιν,
ἐμφανίσας ὁ Κτίστης,
ἡμῖν τοῖς ὑπ' αὐτοῦ γενομένοις·
ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός,
καὶ φυλάξας ταύτην,
ὥσπερ ἦν ἄφθορον,
ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες,
ὑμνήσωμεν αὐτὴν βοῶντες·
Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας,
χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα,
χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί,
χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ' οὗ σκέπονται πολλοί.
Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις,
χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις,
χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παρρησίας,
χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες,
ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες·
διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός,
ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος·
βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος,
τοὺς αὐτῷ βοώντας·
Ἀλληλούια.

λως ἦν ἐν τοῖς κάτω,
καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν,
ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος·
συγκατάβασις γὰρ θεϊκή,
οὐ μετάβασις τοπικὴ γέγονε,
καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου,
ἀκουούσης ταῦτα·
Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα,
χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα,
χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ,
χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα,
χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐλύθη παράβασις,
χαῖρε, δι' ἧς ἠνοίχθη παράδεισος.
Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ βασιλείας,
χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων,
κατεπλάγη τὸ μέγα,
τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον·
τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν,
ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον,
ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα,
ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ρήτορας πολυφθόγγους,
ὡς ἰχθύας ἀφώνους,
ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε·
ἀποροῦσι γὰρ λέγειν,
τὸ πῶς καὶ Παρθένος μένεις,
καὶ τεκεῖν ἴσχυσας·
ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριο ν θαυμάζοντες,
πιστῶς βοῶμεν·
Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον,
χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα,
χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ὅτὶ ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί,
χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα,
χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα,
χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι,
χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον,
ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ,
πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε·
καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός,
δι' ἡμᾶς ἐφάνη καθ' ἡμᾶς ἄνθρωπος·
ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας,
ὡς Θεὸς ἀκούει·
Ἀλληλούια.

Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων,
Θεοτόκε Παρθένε,
καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων.
Ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς,
κατεσκεύασέ σε ποιητής, Ἄχραντε,
οἰκήσας ἐν τῇ μήτρα σου,
καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·
Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας,
χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτήριας.
Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως,
χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς,
χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα,
χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστάς ἀσπόρου νυμφεύσεως,
χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων,
χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε ἁγίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

μνος ἅπας ἡττᾶται,
συνεκτείνεσθαι σπεύδων,
τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου·
ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ὠδάς,
ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε,
οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον,
ὧν δέδωκας ἡμῖν τοῖς σοὶ βοῶσιν·
Ἀλληλούια.

Φωτοδόχον λαμπάδα,
τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν,
ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον·
τὸ γὰρ ἄυλον ἅπτουσα φῶς,
ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας,
αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα,
κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ ἡλίου,
χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα,
χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν,
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύρρυτον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον,
χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ρύπον.
Χαῖρε, λουτὴρ ἔκπλυνων συνείδησιν,
χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας,
χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας,
ὀφλημάτων ἀρχαίων,
ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων,
ἐπεδήμησε δι’ἑαυτοῦ,
πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ Χάριτος·
καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον,
ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ψάλλοντές σου τὸν τόκον,
ἀνυμνοῦμέν σε πάντες,
ὡς ἔμψυχον ναόν, Θεοτόκε.
Ἐν τῇ σῇ γὰρ οὶκήσας γαστρί,
ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος,
ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοὶ πάντας·
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου,
χαῖρε, Ἁγία ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι,
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν,
χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος,
χαῖρε, τῆς Βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγείρονται τρόπαια,
χαῖρε, δι' ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία,
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

πανύμνητε Μῆτερ,
ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων,
ἁγιώτατον Λόγον·
δεξαμένη γὰρ τὴν νῦν προσφοράν,
ἀπὸ πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας,
καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως,
τοὺς σοὶ βοῶντας·
Ἀλληλούια.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...