Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου...


Όταν ξεκινάς ένα ταξίδι, πρέπει να ξέρεις και τον προορισμό του. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τη Σαρακοστή. Αποτελεί ένα πνευματικό ταξίδι, με λιμάνι το Πάσχα, «την εορτήν των εορτών» , την αληθινή Αποκάλυψη. Αν η κάθε μέρα, που προσθέτει στη ζωή μας ο Κύριος, αποτελεί έκφραση της αγάπης και τους ελέους Του, η περίοδος της Μεγάλης Σαρακοστής συνιστά κορυφαία δωρεά, πνευματικό αγώνα κατά των παθών και άσκηση εν Χριστώ, για κατάκτηση των χριστιανικών αρετών.

Η ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου, ονομάστηκε προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής γιατί εκφράζει το βαθύτερο νόημα της περιόδου· το ήθος που εμπνέει και τους σκοπούς που επιδιώκει.

Οι πρώτες λέξεις της ευχής συνιστούν μιαν επίκληση, μια κραυγή του προσευχομένου πιστού: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου…». Η γνήσια προσευχή είναι δίψα ψυχής· πόθος που συγκλονίζει την αδύναμη ύπαρξή μας. Είναι η ολοκάρδια κραυγή που δεν εξέρχεται απλώς από τα χείλη μας, αλλά αναβλύζει μέσα από την καρδιά μας. Και απευθύνεται προς τον Κύριο Ιησού Χριστό, τον Λυτρωτή και Σωτήρα μας, προς έναν προσωπικό Θεό. Η κυριότητα του Χριστού αποτελεί κυριότητα επί των πάντων· και επί της δημιουργίας και επί της ιστορίας και επί των καρδιών των ανθρώπων. Αυτός είναι ο δημιουργός, ο χορηγός, ο οδηγός, ο υπερασπιστής της ζωής – Αυτός στον οποίο ανήκει η ζωή μας. Ξεκινούμε λοιπόν την προσευχή μας με την ομολογία ότι η ζωή μας δεν μας ανήκει, αλλά ανήκει στο σύνολό της, σε κάθε λεπτομέρεια, σε κάθε φάση της και εξ’ ολοκλήρου στον Θεό. Κι ενώ όμως όλα είναι δικά Του, δεν εκβιάζει την καρδιά του ανθρώπου. Μας αφήνει ελεύθερα ν’ ανταποκριθούμε στο κάλεσμά Του.

Ο Άγιος Εφραίμ ως βαθύς γνώστης της ανθρώπινης ψυχής, γνωρίζει με τη Χάρη του Θεού ότι οποιαδήποτε αμέλεια του ανθρώπου σχετικά με την πνευματική ζωή, ανοίγει τον δρόμο για να σκηνώσουν στην ψυχή όλα τα ψεκτά πάθη. Γι’ αυτό παρακαλεί τον Θεό να μην επιτρέψει να εισβάλλει την ψυχή του: «πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μοι δως…» Να μην επιτρέψουμε λοιπόν να υπάρξει μέσα μας το πάθος της αργίας, η απραξία, η έλλειψη διαθέσεως για εργασία, η ακηδία, η κατάσταση ραθυμίας και τεμπελιάς. Αυτό θα πει αργία: να είμαστε μουδιασμένοι, μαραμένοι, χωρίς εσωτερικούς παλμούς, χωρίς δυναμικό μέσα στην ψυχή μας, χωρίς ενδιαφέρον για πνευματικά. Αυτό θέλει βέβαια βία και πίεση για να καταπολεμηθεί. «Η βασιλεία των ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ.11,12) Αυτοί που ξέρουν να ζορίζονται, να ασκούνται, να επιμένουν, να αγωνίζονται, αυτοί αρπάζουν τη Βασιλεία του Θεού.

Στενά συνδεδεμένο με το πάθος της αργίας, είναι και αυτό της περιεργείας. Να μας αρέσει να ψάχνουμε τη ζωή του διπλανού μας. Να περιεργαζόμαστε τους άλλους· τα λόγια, τα έργα, τη συμπεριφορά τους. Ν’ ανακαλύπτουμε χωρίς λόγο τα μυστικά τους. Κι αυτό κατά κανόνα το κάνουμε όχι για να ωφεληθούμε από το παράδειγμα των άλλων, αλλά για να τους επικρίνουμε. Υπό το πρίσμα αυτό η περιέργεια πάντοτε φανερώνει την παρουσία δαιμονικών ενεργειών και την απουσία του Πνεύματος του Θεού.

Τρίτο πάθος είναι αυτό της φιλαρχίας. Είναι η αγάπη για αρχή, η δίψα για εξουσία, επιβολή επί των άλλων. Η φιλοδοξία κατά τον Άγιο Διάδοχο και η αγάπη των επαίνων είναι αποτέλεσμα της κενότητας της ψυχής. Και η κενότητα αυτή οφείλεται στην απουσία της Χάρης και της ενέργειας του Θεού. Συνεπώς και η φιλαρχία, ως καρπός κενοδοξίας, αποκαλύπτει την εσωτερική στέρηση του ανθρώπου, την κατάσταση του σκοτασμού της ψυχής του και άρα την τραγικότητα της υπάρξεως του.

Τελευταίος κρίκος του πλέγματος των παθών που αναφέρει ο Άγιος Εφραίμ είναι η αργολογία, το κουτσομπολιό, τα άχρηστα κι ανούσια λόγια. Για την αργολογία μίλησε ο ίδιος ο Κύριος, και μάλιστα πολύ επικριτικά: «Παν ρήμα αργόν ο εάν λαλήσωσιν οι άνθρωποι, αποδώσουσι περί αυτού λόγον εν ημέρα κρίσεως. Εκ γαρ των λόγων σου διακαιωθήση και εκ των λόγων σου καταδικασθήση». (Ματθ. 12, 36-37) Είναι ευνόητο γιατί καταδικάζεται η αργολογία. Διότι είναι κάθε λόγος που δεν σχετίζεται με τα ουσιώδη και τίμια της ζωής του ανθρώπου.

Καθώς λοιπόν ζητούμε από τον Θεό να μην επιτρέψει την παρουσία των πιο πάνω παθών, αιτούμαστε και την απόκτηση τεσσάρων μεγάλων αρετών. «Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τω σω δούλω…» Το πρώτο χάρισμα που ζητούμε από τον Θεό είναι η σωφροσύνη. Να έχει δηλ. ο άνθρωπος σώας τας φρένας, ακέραιο τον νου και κατ’ επέκταση να είναι νηφάλιος, σεμνός, εγκρατής και αγνός. Σώφρων είναι αυτός που κυριαρχεί επί των επιθυμιών του, ο εγκρατής, ο ελεύθερος των παθών. Με άλλα λόγια η σωφροσύνη κάνει τον άνθρωπο κύριο και αυτοκράτορα των παθών και έτσι δεν μπορεί να νοηθεί ανεξάρτητα από τη νηστεία.

Δεύτερη αρετή είναι η ταπεινοφροσύνη. Δεν νοείται καμιά αρετή χωρίς την ταπεινοφροσύνη γιατί αυτή θεωρείται η βάση και το θεμέλιο όλων των αρετών. Είναι η νίκη της αλήθειας μέσα μας, η απομάκρυνση του ψεύδους μέσα στο οποίο συνηθίσαμε να ζούμε. Μόνο μ’ αυτήν μπορεί κανείς να δει και να δεχτεί τα πράγματα όπως είναι και έτσι να δει τον Θεό και το μεγαλείο Του στο καθετί. Η ταπεινοφροσύνη γίνεται το υψοποιό όχημα που μας ανεβάζει από τη γη στον ουρανό, που μας εισάγει στη Βασιλεία του Θεού, η οποία είναι κοινωνία ταπεινών και όχι υπερηφάνων.

Τρίτη αρετή που ζητά από τον Κύριο ο όσιος Εφραίμ είναι η υπομονή. «Ο υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται» (Ματθ. 10, 22) Η υπομονή, όπως λέει ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός, είναι η συγκρότηση όλων των αρετών. Γιατί καμιά αρετή δεν στέκεται χωρίς την υπομονή. Καθένας που θα στραφεί πίσω δεν είναι κατάλληλος για τη βασιλεία των ουρανών. Αλλά κι αν νομίζει κανείς ότι έχει όλες τις αρετές, πάλι δεν είναι κατάλληλος αν δεν υπομένει μέχρι το τέλος, ώστε αφού σωθεί από τις παγίδες του εχθρού, να φτάσει στη Βασιλεία των ουρανών. Η υπομονή ως μεγάλο χάρισμα του Θεού και ιδιαίτερη ευλογία Του, στηρίζεται στην πίστη σ’ Αυτόν και τρέφεται από την ελπίδα Εκείνου. Εκείνος που δεν υπομένει δεν είναι πιστός.

Τέλος ζητούμε το χάρισμα της αγάπης. Δεν είναι τυχαία η θέση της αρετής αυτής στο τέλος, γιατί η αγάπη θεωρείται ως το επιστέγασμα και η ολοκλήρωση κάθε αρετής. Καμιά αρετή του χριστιανικού βίου δεν έχει αξία, όταν απουσιάζει η αγάπη. Ο αγιασμός μας περνά υποχρεωτικά από τη θύρα της αγάπης. Σωζόμαστε αγαπώντας· αγαπώντας όχι μόνο τον Θεό αλλά και τους αδελφούς μας. Και η αγάπη με την οποία μας καλεί ο Κύριος να αγαπούμε τους αδελφούς μας είναι η αγάπη του σταυρού, η αγάπη της θυσίας. Αγαπούμε τον άλλον, όχι όταν απλώς του δίνουμε κάτι, αλλά όταν του δίνουμε τον ίδιο τον εαυτό μας. Όταν θυσιαζόμαστε για τον άλλο, όταν συμμεριζόμαστε τον άλλον.

«Ναι Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου…». Η ασκητική μας παράδοση αναφέρει πως όταν ο Άγιος Αντώνιος ρωτήθηκε για το πιο είναι το μεγαλύτερο έργο που έχει να κάνει ο άνθρωπος απάντησε: «Αυτή είναι η πιο μεγάλη εργασία του ανθρώπου: να παίρνει επάνω του το σφάλμα του και να περιμένει πειρασμό μέχρι την τελευταία του πνοή». Η στροφή εις εαυτόν ως όραση και άρση των σφαλμάτων αποτελεί την οδό της αγιότητας. Δεν υπάρχει δηλ. άλλος δρόμος για να βρει κανείς τον Θεό, από το να δει τον εαυτό του όπως είναι στην πραγματικότητα: ως αμαρτωλό, που χρήζει άρα του ελέους του Θεού και κατά συνέπεια δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει άλλο συνάνθρωπο. Αυτό ακριβώς τονίζει το πιο πάνω αίτημα της ευχής του Αγ. Εφραίμ το οποίο θέλει να συνοψίσει όλα όσα έχουν προηγηθεί. Ο αγώνας να φτάσουμε στην αυτομεμψία συνδέεται στενά και με την προσπάθεια αποφυγής της κατακρίσεως. Κι όπως η αυτομεμψία εμπνέεται και ενισχύεται από την ταπεινοφροσύνη, έτσι και η άρνηση του να κρίνουμε και να κατακρίνουμε τους αδελφούς μας εκπορεύεται από την αγάπη. Κι η αγάπη μας όταν είναι γνήσια, όταν μιμείται την αγάπη του Θεού, δεν κάνει διακρίσεις. Προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και στους πλέον αμαρτωλούς.

«Ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν»

Περιοδ. Καθ’οδόν, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Λεμεσού, τευχ. 30, Μάρτης-Απρίλης, 2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...