τὸ ἀγαθὸν καὶ τὸ κακόν... τὴν εὐλογίαν καὶ τὴν κατάραν·
ἔκλεξαι τὴν ζωὴν...» (Δευτ. λ' 15, 19)
Στην προσευχή «Κύριε, ελέησον» απλώνεσαι προς την ελευθερία γιατί ο Κύριος είναι ελεύθερος από το παροδικό, είναι απεριόριστος. Το απλωμένο σου χέρι δεν σταματάει σ' ένα φευγαλέο φαινόμενο. Πιάνει αυτό που υπάρχει πάντοτε και παντού, το αιώνιο. Έτσι απελευθερώνεται η ελπίδα σου από την ύλη τη δεμένη με τον χώρο και τον χρόνο. Χωνεύεις στην παροδική σου αναπνοή το αιώνιο και το μόνιμο. Όταν όμως λες «ελέησόν με», θέτεις τον εαυτό σου σε εξάρτηση. Τον εξαρτάς όχι από γήινες, αλλά από ουράνιες σχέσεις.
Παρακαλείς για έλεος γιατί συνεχώς παρεκκλίνεις ξανά και ξανά από τα ουράνια, από τον Κύριο, για να υποκύψεις στην υπακοή των γήινων, στην παροδική ηδονή, μια ηδονή που σου δίνει μια τυχαία ευχαρίστηση, που όμως τη διαδέχεται η ανοστιά, η πίκρα και η αηδία. Και όσο περισσότερο ασχολείσαι μ' αυτήν, τόσο πιο πολύ ανακαλύπτεις στο βάθος την αναξιοπιστία της. Θέλεις να απελευθερωθείς απ' αυτήν, θέλεις να αποδεσμευθείς από το δέσιμό σου με την αναξιοπιστία της. Γι' αυτό και παρακαλείς: «Ελέησόν με». Γρήγορα παρατηρείς, ότι αυτή η προσευχή σε βοηθάει στην προσπάθειά σου. Τότε ξυπνάει μέσα σου η αγάπη στον Κύριο που σου δίνει τη βοήθεια. Κι η αγάπη αυτή, αυξάνει σιγά-σιγά.
Τώρα η προσευχή σου και η αγάπη σου ζουν σε συνεργασία μεταξύ τους. Όσο πιο πολύ προσεύχεσαι, τόσο πιο πολύ αγαπάς. Και όσο πιο πολύ αγαπάς, τόσο πιο πολύ προσεύχεσαι. Τι αγαπάς; Ποιον; Αγαπάς Αυτόν που σου δίνει την προσευχή, αφού η προσευχή σε οδηγεί κοντά Του.
πηγή: Τίτο Κολλιάντερ (2006), Κουβεντιάζοντας με τον πόνο, εκδ. «Ακρίτας», 36-37.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου