Ω, Κύριε! Αναταράζονται τα βάθη μου
από ασίγαστο ένα κύμα ευγνωμοσύνης.
Όλος ο βίος μου, ασήμαντος,
κι αν ήταν ένας ύμνος ευχαριστήριος,
πάλι δεν θα ’φτανε να πει το πόσο
νιώθω τη ζέστα του χεριού Σου επάνω μου!
Κ’ η απορία, όλο, και πιο έντονη, με περονιάζει:
Γιατί τόσα πολλά για μένα τον ανάξιο; Γιατί
άναψες τόσ’ αστέρια μες τη νύχτα; Τόσα δένδρα
μ’ όλη την ομορφιά τους μπρος στα μάτια μου;
Γιατί τόση αγάπη, φορτωμένη με άπειρα
δώρα για μένα τον αμαρτωλό, που με τα πόδια
ενός βανδάλου ασωτεύω, ιερόσυλος, τη γη Σου;
Γιατί με ανέχεσαι, μέσα στην τόση ωραιότητα,
να ’μαι η ανορθόγραφη μορφή του άφραστου
κάλλους που ονειρεύτηκες για μένα;…
από ασίγαστο ένα κύμα ευγνωμοσύνης.
Όλος ο βίος μου, ασήμαντος,
κι αν ήταν ένας ύμνος ευχαριστήριος,
πάλι δεν θα ’φτανε να πει το πόσο
νιώθω τη ζέστα του χεριού Σου επάνω μου!
Κ’ η απορία, όλο, και πιο έντονη, με περονιάζει:
Γιατί τόσα πολλά για μένα τον ανάξιο; Γιατί
άναψες τόσ’ αστέρια μες τη νύχτα; Τόσα δένδρα
μ’ όλη την ομορφιά τους μπρος στα μάτια μου;
Γιατί τόση αγάπη, φορτωμένη με άπειρα
δώρα για μένα τον αμαρτωλό, που με τα πόδια
ενός βανδάλου ασωτεύω, ιερόσυλος, τη γη Σου;
Γιατί με ανέχεσαι, μέσα στην τόση ωραιότητα,
να ’μαι η ανορθόγραφη μορφή του άφραστου
κάλλους που ονειρεύτηκες για μένα;…
Π.Β. Πάσχου, Περικάρπια φυλλώματα, εκδ. Ακρίτας, 2000, σ.71.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου