Ψαλμός 62ος (στίχοι 1-10)
Ὁ Θεὸς ὁ Θεός μου, πρὸς σὲ ὀρθρίζω·
ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλῶς σοι ἡ σάρξ μου ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ.
οὕτως ἐν τῷ ἁγίῳ ὤφθην σοι τοῦ ἰδεῖν τὴν δύναμίν σου καὶ τὴν δόξαν σου.
ὅτι κρεῖσσον τὸ ἔλεός σου ὑπὲρ ζωάς· τὰ χείλη μου ἐπαινέσουσί σε.
οὕτως εὐλογήσω σε ἐν τῇ ζωῇ μου καὶ ἐν τῷ ὀνόματί σου ἀρῶ τὰς χεῖράς μου.
ὡς ἐκ στέατος καὶ πιότητος ἐμπλησθείη ἡ ψυχή μου, καὶ χείλη ἀγαλλιάσεως αἰνέσει τὸ στόμα μου.
εἰ ἐμνημόνευόν σου ἐπὶ τῆς στρωμνῆς μου, ἐν τοῖς ὄρθροις ἐμελέτων εἰς σέ·
ὅτι ἐγενήθης βοηθός μου, καὶ ἐν τῇ σκέπῃ τῶν πτερύγων σου ἀγαλλιάσομαι.
ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου, ἐμοῦ δὲ ἀντελάβετο ἡ δεξιά σου.
Απόδοση στα νέα ελληνικά
Θεέ μου, Θεέ μου,
για σε ξυπνώ βαθιά χαράματα.
Σε πόθησε η ψυχή μου, σε διψά.
Πόσες φορές η σάρκα μου
σ' αυτή τη δύσβατη έρημο, την άνυδρη
σε σένα στράφηκε.
Έτσι μπροστά σου φανερώθηκα
στον άγιο σου τόπο
να δω τη δύναμή σου και τη δόξα σου.
Γιατί είναι το έλεός σου ανώτερο
από αναρίθμητες ζωές.
Εσέ τα χείλη μου θα υμνούν
κι εσέ θα εγκωμιάζουν.
Έτσι τη ζωή μου εσένα θα ευλογώ
και στ' όνομά σου το άγιο
για προσευχή τα χέρια μου θα υψώνω.
Σαν από πλούσια εδέσματα
θα χορτασθεί και θα ευφρανθεί η ψυχή μου
και σε θα υμνεί το στόμα μου
μ' αγαλλιάσεως χείλη.
Αφού στο στρώμα μου το βράδυ
μονάχα εσέ στη σκέψη μου είχα,
βαθιά χαράματα ξυπνούσα
κι είχα προς σε τον νου και την καρδιά.
Γιατί βοηθός μου πάντα υπήρξες
και κάτω από τη σκέπη των πτερύγων σου
θα πλημμυρίζω από αγαλλίαση και χαρά.
Πίσω από σένα προσκολλήθηκε η ψυχή μουκαι το δεξί σου χέρι με υποστήριξε.
Πηγή: Γιάγκος Β. Βαρνάβας, Ψαλμοί του Δαυίδ και άλλων: Απόδοση σε νεοελληνικό ποιητικό λόγο, Λεμεσός: 2008, σ. 111-112
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου