Στις κοσμικές συζητήσεις περί Χριστιανικής ζωής, ασκητισμού, μοναχισμού, ιεροσύνης ακόμη και εγκόσμιας εγκράτειας συχνά αναδύεται η εύλογη απορία «γιατί;». Γιατί αυτές οι θυσίες; Γιατί νηστεία; Γιατί προσευχή; Γιατί αγρυπνίες και απομάκρυνση από τα εγκόσμια; Γιατί υπακοή και ταπείνωση; Γιατί το άβατο στο Όρος; Γιατί όχι προγαμιαίες σχέσεις μεταξύ των νέων στον κόσμο; Όλα αυτά τα γιατί είναι απολύτως ΛΟΓΙΚΑ και ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΑ. Διότι ο κόσμος τούτος θεωρεί «φυσιολογικά» όλα τα αντίθετα: να ζήσεις τη ζωή σου, να γλεντάς, να μη στερείσαι τίποτα, να επαναστατείς ενάντια σε κάθε περιορισμό, να διεκδικείς και να μη σωπαίνεις, να προσπαθείς να ζήσεις όσον το δυνατόν πιο άνετα και εύκολα, να χαίρεσαι τη στιγμή, να γεμίζεις «εμπειρίες» τη ζωή σου, να «ολοκληρώνεις» τις σχέσεις σου προτού τις ξεκινήσεις(!), να γεύεσαι κάθε εφήμερη ηδονή ως το μεδούλι της, να ζεις τελικά και σ' όλα γενικά σάμπως και δεν υπάρχει Θεός! Ένας τέτοιος ά-θεος κόσμος πώς να κατανοήσει τους θεολογικούς λόγους, και περισσότερο τις θεολογικές πράξεις; Πώς τους ασκητές και τους αγίους;
Κάποτε ακούμε εξηγήσεις περί ασκητισμού και θυσίας, οι οποίες όμως στερούνται ουσίας. Κι εμείς εκπίπτουμε συχνά στο σφάλμα: Μιλούμε για τις θυσίες σάμπως κι η μόνη τους ουσία είναι η επίτευξη της αυτοκυριαρχίας μας. Αλλά την αυτοκυριαρχία μπορεί να την εξασκήσουν κι οι βουδιστές μοναχοί ή οι αυστηροί φιλόσοφοι. Πού έγκειται η διαφορά με τον Χριστιανό; Γιατί δεν είναι το ίδιο, διερωτάται ο κόσμος;
Ακόμη χειρότερα, κάποτε αυτές οι ερμηνείες των θυσιών (νηστεία, προσευχή, αγρυπνία, απομόνωση κ.λπ.) παρουσιάζουν τον Θεό σαν τιμωρό ή ένα χαιρέκακο Ον που αφ' υψυλού αρέσκεται να μας εκφοβίζει από τον θρόνο Του διά της υπόμνησης της Κρίσεως, με σκοπό να στερηθούμε τις χαρές της εγκόσμιας ζωής μας και να δυσκολεύσουμε το πέρασμά μας από τη γη! Εν τέλει, λησμονούμε ή δειλιάζουμε να μιλήσουμε για την ουσία της θυσίας: ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ και ΤΟΝ ΘΕΙΟ ΕΡΩΤΑ!
Σ' ένα κείμενο για τον μακαριστό γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή διαβάσαμε τα εξής:
Όπως και όλοι οι σύγχρονοι άγιοι πατέρες, γνωστοί και άγνωστοι, επώνυμοι και μη, μέσα από την Παναγία περνούν και διατυπώνουν τον καλύτερο κόσμο τους και τις ποιοτικότερες εκφράσεις της πίστης τους, έτσι και για τον γέροντα Ιωσήφ αναφέρονται τα εξής:Τελικά στον σύγχρονο ορθολογιστικό κόσμο αυτά τα βιώματα της εν Χριστώ ζωής μοιάζουν ακατάληπτα και «παράλογα». Μόνο ένας ερωτευμένος, με την «τρέλα» του ενθουσιασμού και της πέραν από τον εαυτόν του αντι-ορθολογιστικής αγάπης, κατανοεί τη δύναμη του Θείου Έρωτα! Μόνο αυτός δύναται να κατανοήσει τι κάνει ένας ασκητής σαν αγρίμι σε απόκρημνα -λεπίδες θανατηφόρες!- βράχια ή σε πνιγηρά κι ερεβώδη σπήλαια. Μόνο αυτός που φλέγεται από έρωτα και βαθιά αγάπη μπορεί να καταλάβει πώς ένας άνθρωπος μπορεί να προσεύχεται αδιάλειπτα ή να κοιτάζει επί ώρες την εικόνα της Παναγίας και να τη φιλάει αχόρταγα! Μόνο ο ερωτευμένος μπορεί να πει απευθυνόμενος στον άγιο που στερείται τα πάντα για τον Χριστό από θείο μανικό έρωτα: «σε καταλαβαίνω»!
«Η αγάπη του προς την Παναγίαν μας είναι ανωτέρα πάσης περιγραφής. Μόνον που ανέφερε το όνομά της τα μάτια του έτρεχαν. Την παρακαλούσε από καιρό να τον πάρει να ξεκουρασθεί. Και τον εισήκουσεν η Παντάνασσα. Τον επληροφόρησεν ένα μήνα πριν διά την αναχώρησίν του», η οποία συνέβη τη 15η Αυγούστου του 1959, ημέρα της Κοιμήσεώς της.
Ο ίδιος σε μια πολύ προσωπική του επιστολή γράφει:
«Εγώ δεν ημπορώ να ασπασθώ μίαν φοράν την εικόνα της Παναγίας και να χωρίσω. Αλλ' όταν πλησιάσω κοντά της ωσάν μαγνήτης με τραβάει επάνω της. Και πρέπει να είμαι μόνος. Διότι θέλω ώρες να την ασπάζομαι. Και κάτι ζώσαν πνοήν με γεμίζει μέσα η ψυχή μου και γεμίζω χάριν και δεν με αφήνει να φύγω. Αγάπη, Έρως Θεού, πυρ φλέγον· όπου μόλις εισέλθεις στην εκκλησίαν προλαμβάνει –όταν είναι θαυματουργός η εικών– και αποδίδει τόσον ευώδη πνοήν, όπου μένεις ώρες εκστατικός χωρίς να είσαι στον εαυτόν σου, αλλά εις ευώδη Παράδεισον.»
(πηγή: Μητρ. Μεσαγαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος, Φωνή αύρας λεπτής...,εκδ. Εν πλω, σ. 178)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου